Αναγνώστες

Δευτέρα 22 Απριλίου 2024

Οργασμός και χρόνος


 Το δογματικό μυθιστόρημα του οργασμού( η οργασμός και χρόνος)

----------------------σελ 40- 44.

«Η ανοησία συνίσταται στην ανάγκη της κατάληξης». Γκυστάβ Φλωμπέρ,


Συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι ο αντρικός οργασμός είναι ανιαρός επειδή είναι προβλεπόμενος (η περιπέτεια της συνουσίας βρίσκεται πάντα στην πλευρά της γυναίκας ή τουλάχιστον στη θηλυκή πλευρά).


Πω Σκοτώνει το σασπένς, την έκπληξη.


Είναι μια αναμονή σίγουρη για τον εαυτό της: οπωσδήπότε θα εμφανιστεί.


 Για τον άντρα το τέλος είναι δοσμένο από την αρχή και μ' αυτή την έννοια μόλις που μπορούμε να μιλήσουμε για αρχή, η στύση είναι ήδη σχεδόν η εκσπερμάτωση, η αρχή και το τέλος είναι ταυτόσημα.


Μέσα στις πρώτες στιγμές είναι ήδη εγγεγραμμένες οι. τελευταίες.


 Η στύση είναι πρόσκαιρη και φέρει μέσα της τη χαράλωση σαν αναπόφευκτο μέλλον.


 Έτσι τα επεισόδια που θα αποτελέσουν τη σεξουαλική πράξη δε θα είναι παρά η μηδενική απόσταση ανάμεσα σε μια εισαγωγή που είναι ήδη ένα σβήσιμο και μια ουσιαστική έκπτωση που υπάρχει από την πρώτη στιγμή. 


Η κλασική ερωτική συνεύρεση είναι μια σχέση νεκρή, νεκρική: συζυγική ερωτική προσωδία της οποίας δεν μπορεί κανείς ν' αλλάξει ούτε μια λέξη.


 Ο οργασμός είναι η ίδια η ευκολία, αυτή όμως η ευκολία γίνεται μαρτύριο.


 Μέσα στο φυσιολογικό, κωδικοποιημένο έρωτα, οι ζωντανοί κάνουν τους πεθαμένους. 


Το αρσενικό συνουσιακό στερεότυπο διηγείται πάντα το ίδιο πράγμα: «Φτάνω τη γυναίκα σε οργασμό και μετά εκσπερματώνω». 


Μα, θα με ρωτήσετε, τι άλλο μπορεί να κάνει κανείς;


Το ζευγάρωμα, στην αντρική του διάσταση, μ' αυτό τον τρόπο ολοκληρώνεται: 


είναι μάλιστα αυτή ακριβώς η σχέση που πρέπει να ολοκληρωθεί (όπως η φράση), δομημένη μια για πάντα, και αιώνια επαναλαμβανόμενη. 


Το αρσενικό που συνουσιάζεται ορίζει έτσι στον εαυτό του ένα διπλό στόχο: να μην υποπέσει στο σφάλμα της ανεπαρκούς πράξης κάνοντας, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, υπερβολικά σύντομες προτάσεις αλλά, από την άλλη μεριά να ξέρει πότε να βάλει τέλος γιατί η καλή σχέση είναι η καταληκτική σχέση, αυτή που έχει ικανοποιήσει και τους δύο συντρόφους. 


Κατά συνέπεια η υπέρτατη σεξουαλική δεξιοτεχνία είναι να ξέρεις να παρατείνεις τη σεξουαλική σχέση προκειμένου να την τελειώσεις καλύτερα 


(εξ ου και οι δύο εφιάλτες των ετεροσεξολόγων: η πρόωρη εκσπερμάτωση –που αφήνει ανικανοποίητο τον ένα από τους δύο συντρόφους- και η μη εκσπερμάτωση, η απόλυτη συγκράτηση, που παραβιάζει τη «φύση» και καθιστα παράλογη τη συνουσία).


Βλέπουμε έτσι ότι με τη σπερματική έκκριση αποχτούμε  μια ιστορία: πράγματι η σαρκική σχέση δε θα είχε καμιά πραγματικότητα, δε θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και να ιστορηθεί αν δεν αναφερόταν στη στιγμή της κορύφωσης που δίνει μια για πάντα στο γεγονός την αληθινή του σημασία, εξασφαλίζει στη συνουσία μια αρχή και ένα τέλος και κάνει το παρόν ένα παρελθόν για το μέλλον.


 Η κλασική σεξουαλική επαφή είναι μια ιστορία που ο άντρας την ξέρει απ' έξω κι ανακατωτά μα κάνει πως αγνοεί την κατάληξη,


κάνει πως δεν ξέρει ότι τελειώνει πάντα με τον ίδιο τρόπο.


 Είναι δυνατόν επομένως να υποστηρίξει κανείς μια πρόταση φαινομενικά παράλογη:


 η απογοήτευση είναι η ίδια τη ουσία της αντρικής φαλλικής ηδονής.


 Ο άντρας έρχεται σε οργασμό για να απογοητευτεί, ξέροντας ότι θα απογοητευτεί και φτάνει να κάνει την απογοήτευσή του αυτή μοναδικό κίνητρο της ηδονής του (στην πραγματικότητα όλη η αρσενική ερωτική τέχνη δεν είναι παρά μια σειρά από πονηριές και τεχνάσματα για να παρακάμψει αυτό το τελεσίγραφο).


Στη μεγαλύτερη κορύφωση της ερωτικής δίνης ο άντρας είναι απόλυτα ψύχραιμος. 


Αν δοκίμαζε να αφεθεί σαν τη γυναίκα, να αγγίξει την παραφροσύνη, θα βυθιζόταν χωρίς καθυστέρηση στην πιο φριχτή κοινοτοπία.


 Και ίσως μπορεί βέβαια να τρελαθεί, όμως μόνο με την τρέλα της παρτενέρ του. 


Μπορεί να παρουσιάζει όλα τα σημάδια της ερωτικής έκστασης, αλλά μόνο τα σημάδια· 


ο άντρας δεν μπορεί να επιθυμήσει παρά την ηδονή της γυναίκας, αυτό το Θεό που κοιμάται μέσα της και που δεν επισκέπτεται ποτέ το δικό του σώμα, δεν μπορεί παρά να την κοιτάζει με θαυμασμό, πανικό, τρόμο πριν να εγκαταληφθεί στη δική του ηδονή, να εγκαταληφθεί στην απογοήτευση σαν να ήταν μια ελεύθερα αποφασισμένη κίνηση


 (κι εδώ πάλι αυτό το σύνολο των καταθλιπτικών σκέψεων δεν αφορά παρά στους καθαρούς ετεροφυλόφιλους –δηλαδή αυτούς που περιορίζονται, στη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, στις κωδικοποιημένες ηδο τές του φύλου τους. Θα μπορούσαμε αντίθετα να μετρήσουμε την ένταση ενός ζευγαρώματος από την ικανότητά του να αντιστέκεται σε κάθε κατάληξη).


 Το πέος είναι ένα αεροπλάνο, τα σπερματοζωάρια είναι, όπως σ' ένα φιλμ του Γούντυ Άλεν, αλεξιπτωτιστές,

 έτοιμοι να πηδήξουν στο κενό, τη στιγμή της εκσπερμάτωσης.

 Έτσι, ο άντρας και η γυναίκα ζουν μέσα στον έρωτα εμπειρίες εντελώς αντίθετες: ενώ η γυναίκα απογειώνεται, ο άντρας κατεβαίνει στη γη, ηδονή της πτώσης, της κατολίσθησης, σύντομη και προσγειωτική εμπειρία ενός κενού.


Η κωδικοποιημένη ερωτική επαφή είναι ένας λόγος που στηρίζεται σε μια και να μοναδική αλήθεια για να απαγορεύσει να ξεπηδήσουν άλλες, απρόβλεπτες, ακαταμάχητες.


 Απέναντι στο σημείο της διέγερσης, η ύστατη ηδονή δεν μπορεί να μην εμφανίζεται σαν το ομοίωμα μιας θανάσιμης απάντησης, μιας


απάντησης που ο άνδρας  καταλήγει πάντα να δίνει.


 Γιατί πάντα  μέσα απ' αυτή τη δίοδο ,μέσα απ' ' αυτή τη λαιμητομό πελειώνει η σεξουαλική επαφή και σαν σχέση και σαν εκτέλεση της ηδονής.


 Ταυτόχρονα όμως πρόκειται βέβαια γιαύλια ψεύτικη απάντηση, για ένα μύθο: ποια εκτόνωση θα μπορούσε ποτέ να εξαντλήσει όλες τις επιθυμίες, όλες τις εντάσεις του άντρα και αfortiori  της γυναίκας; 


(η γυναίκα δε δοκιμάζει τον οργασμό με την αυστηρή έννοια του όρου: η ερωτική της δίψα δεν  γνωρίζει όρια, καμιά ηδονική συγκίνηση, όσο έντονη κι αν είναι, δεν είναι το τέλος, η κατάληξη της απληστίας της. Ο Μέγας Κολπικός Οργασμός είναι ένας αντρικός μύθος που οι γυναίκες υποχρεώνονται να τον πι στέψουν)".


Ο άντρας που συνουσιάζεται λέει «το ξέρω καλά αλλά τι να γίνει».


 Κάνω έρωτα σαν να επρόκειτο να κρατήσει αιώνια και να μην πάρει μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, ξέρω όμως πολύ καλά ότι θα τελειώσει σύντομα. 


Ο άντρας ευχαριστιέται να γράφει μέσα στο σώμα του και με το σώμα του μια ιστορία της οποίας ξέρει το τέλος, ξέρει και δεν ξέρει, φέρεται σαν να μην ήταν δυνατόν να ξέρει. 


Δηλαδή ξέρει πως με τον οργασμό θα βάλει οπωσδήποτε τέλος στη σεξουαλική επαφή, αν όμως παρ' όλα αυτά συνέβαινε κάτι άλλο;


 Μόνο η γυναικεία ηδονή, μόνο αυτό που μέσα του θέλει να ηδονιστεί «θηλυκά» μπορεί να παρασύρει το ζευγάρωμα σε άλλους δρόμους. 


Η ερωτική περιπλάνηση πρέπει όμως τελικά να σταματήσει και να υπαχθεί στην υπέρτατη τάξη του οργασμού, της αποθέωσης και της κατάληξης. 


Η αποκάλυψη της αλήθειας ήταν προοδευτική και η κατάληξη της  είναι αυτό ακριβώς που δίνει την αξία της στην προσδοκία, το συμβόλαιο που επισφραγίζει και περικλείει ολόκληρη την

περιπέτεια της συνουσίας


. Για τον άντρα η αναμονή, μόνο η αναμονή, ήταν υπέροχη. 


Ο οργασμός καταδικάζει όσα προηγήθηκαν στην ασημαντότητα του βοηθητικού, του άμορφου, του περιθώριακού. 


Ο οργασμός εξιδανικεύει και μεγαλύνει όλη την ιδιοσύστασιακή χυδαιότητα του ζευγαρώματος. 


Ο οργασμός είναι η αγιότητα που γεννιέται στην καρδιά της φαυλότητας, η ουράνια μουσική που ξεχύνεται από όργανα ταπεινά, το χρυσάφι μέσα από τη βρομιά της διεγερμένης σάρκας. 


Γι' αυτό και η συμβουλή των καλών γιατρών:


 εκσπερματώστε, γνωρίστε τον οργασμό για να γλιτώσετε από τη βαρύτητα του σώματός σας, για να απομακρύνετε πιο γρήγορα τις ρυπαρές υλικότητες της ερωτικής συνεύρεσης.


 Ο οργασμός είναι η εξαγορά του σώματος, είναι το πέρασμα της ύλης στο πνεύμα, ο οργασμός είναι μια ιδέα. 


Είναι ταυτόχρονα πηγή φωτός που φωτίζει τα πάντα και τους δίνει νόημα και τόπος συνάντησης όλων των χαδιών, των φιλιών, των τάσεων. 


Ο οργασμός ικανοποιεί μια διπλή επιθυμία ελέγχου και κατανοητικότητας: εξ ου και η σημασία της χρήσης του χρόνου, της αυστηρά οργανωμένης της διάρκειας που επιτρέπει, χάρη στην απαλλαγή από τις ενδεχόμενες εκτροπές, τη διαμόρφω ση ενός χρόνου απόλυτα χρήσιμου.


 Ο μετρημένος χρόνος για να είναι αποδοτικός πρέπει να είναι ένας χρόνος χωρίς σφάλματα και ελλείψεις, ένας χρόνος καλής ποιότητας και αυξανόμενης έντασης στη διάρκεια του οποίου τα κορμιά απέχουν από τον εξωτερικό κόσμο, προσηλωμένα στην άσκησή τους.


 Διαγράφεται έτσι ένα ανατομικο-χρονολογικό σχήμα της σεξουαλικής συμπεριφοράς: η πράξη αναλύεται στα στοιχεία της, η θέση των σωμάτων, των μελών, των αρθρώσεων είναι καθορισμένη, η κάθε κίνηση, στάση και αλλαγή προικίζονται με μια κατεύθυνση και ένα εύρος, χάρη στα οποία το σώμα της ηδονής γίνεται ένα σώμα πειθαρχημένο για να αποκτήσει αυτή την ηδονή.


 Αυτό που επιτρέπει στη σεξολογική εξουσία να είναι ταυτοχρόνως απόλυτα αδιάκριτη αφού παρακολουθεί άγρυπνα τη συνουσία από την αρχή ως το τέλος (αλλά και τα περί αυτήν μια και συντηρεί μόνιμα την «αισθησιακότητα» των σωμάτων) και απόλυτα διακριτική γιατί ασκείται μέσω των εραστών που έχουν εσωτερικοποιήσει τις νόρμες των επαγγελματιών χειραφετητών. Έτσι η πιδίωξη του οργασμού γίνεται ένα σύστημα συνεχούς εξέτασης που ακολουθεί σε όλη της τη διαδρομή την αναζήτηση των ηδονών.


Όμως ο οργασμός είναι και κάτι άλλο: δε γίνεται αποτελεσματικός σαν ηδονική πειθαρχία παρά εφόσον είναι, σαν το Θεό των Εβραίων, πανταχού παρών και απροσδιόριστος.


 Ενσπέρματο μυστήριο που ποτέ δεν ξέρει κανείς αν το έχει αγγίξει, αλλά που πρέπει να προσπαθεί να το πλησιάσει όσο γίνεται πιο κοντά, φαινόμενο που δεν κορυφώνεται προς ένα επέκεινα αλλά τείνει σε μια καθυποταγή που ποτέ δεν ολοκληρώνεται.


Συμβαίνει και με την οργαστική θεολογία ό,τι συμβαίνει και με όλες τις άλλες: το λουτρό εξαγνισμού της ηδονικής κρίσης είναι τόσο απρόσιτο όσο και το απόλυτο.


 Πρέπει όμως να το επιθυμούμε σαν κάτι που ποτέ δε θα πάψει να μας διαφεύγει.


 Η νόρμα αυτή είναι η πιο ακαθόριστη από όλες τις νόρμες": μ' αυτό τον τρόπο κανείς δεν είναι ο εγγυημένος κάτοχός της και η αναζήτησή της δεν τελειώνει ποτέ. 


Το σημαντικό είναι να βασανίζονται τα σώματα από μια δυνητική απουσία και να κεντρίζονται από τη θολή ανησυχία ότι δε δοκίμασαν –ποιος ξέρει τον Υπέρτατο Σπασμό, τον Μέγα Ο...


-----------------

• «Η γυναίκα δεν έχει ένα γεννητικό όργανο – πράγμα που πολύ συχνά ερμηνεύτηκε σαν να μην είχε γεννητικό όργανο και δεν μπορεί να το εγκλείσει μέσα σ' έναν όρο γενικό ή ειδικό. Κορμί, στήθη, εφηβαίο, κλειτο ρίδα, χείλη, κόλπος, τράχηλος, μήτρα... και αυτό το τίποτα που τις κάνει να ηδονίζονται μέσα χάρη στην παρέκκλισή τους, όλα ματαιώνουν την ανα γωγή τους σε κάποιο ουσιαστικό, σε κάποια έννοια, σε κάποια ιδέα. Η γυναικεία σεξουαλικότητα δεν μπορεί επομένως να εγγραφεί σαν τέτοια μέσα σε καμία θεωρία παρεκτός μέσα από τη σύγκρισή της με τις αντρικές παραμέτρους». Luce Irigaray, Speculum de l' autre femme, εκδ. Minuit, σελ. 289


44

43 

42

41

40

Ενάντια στον οργασμό ( και στον Ράιχ)

 Πασκάλ Μπρυκνερ / Άλεν Φινκελκρο 


Η ΝΕΑ ΕΡΩΤΙΚΗ ΑΝΑΡΧΙΑ( 1977) 

Μτφρα  Μαρίνα Δωμη ,Αστάρτη 

1988 


Σελίδες  36 ,37 38 ,39 ,40 

Σαν εκπρόσωποι της ηδονής (και της αναπαραγωγ - όλα τα πέη είναι ίδια γιατί υπόκεινται στον κοινό παρονο στή του λειτουργικού/ορθολογικού: η εκσπερμάτωση είνα γενικό ισοδύναμο όλων των πεών. 


Έτσι ο συνουσιαζόμενος.  άντρας δεν εμφανίζεται ποτέ σαν επιθυμία και ηδονήσ σαν δύναμη της αφηρημένης κοινωνικής ανάγκης.

 Ο οργασμός επιβάλλει στο φύλο μια ολόκληρη μεταφυσική χρησιμοτητας. 


Αυτός ο ηθικός νόμος που εγγράφεται στην καρδια του πέους (και σαν ανταπόκριση στην καρδιά της μήτρας)  


είναι το στοιχείο που εδραιώνει τον άνθρωπο μέσα ουσία του και τον εγκαθιστά σε μία τελική σχέση με ηδονή του: 


η ηδονή είναι αυτό που συμβαίνει στο τέλος η καλύτερα αυτό που σημαδεύει το τέλος της πράξης (όποια και  αν είναι η στιγμή που εμφανίζεται). 


Ο ορθολογικός κώδικας  της εκσπερμάτωσης θεμελιώνεται πάνω στην κατάργηση κάθε  αμφιθυμίας προς όφελος μιας ισοδυναμίας ερεθίσματος -εκτονωσης.


Για τον Ράιχ η επιθυμία είναι αρρώστια, γι αυτό ορθωμένο όργανο του άντρα πρέπει να μην είναι παρα Όργανο της εκσπερμάτωσης, ένας όρθιος σωλήνας.


 Ένα  μονιμο διαγραμματικο σχήμα – υπολογίσιμο, μετρήσιμο-  ρυθμίζει τους οργασμούς με σχεδόν αδιόρατες παρεκκλίσεις .


Η  εκφόρτιση υπόκειται σε μια γεωμετρικότητα που χρησισιμοποιει  τέμνουσες και συντεταγμένες για να εντοπίσει με ακριβεια τις  - καμπύλες ερεθισμού και διέγερσης στο εσωτερικο της σεξουαλικής σχέσης:


 μαζί με το διατυπωμένο οργασμό εμφανιζεται ο μετρημένος οργασμός και κατά συνέπεια ο μετρησιμος , ελεγχόμενος οργασμός


. Μέσα στην αταξία της επαφης


 η  τελική ικανοποίηση επιβεβαιώνει την αρχή της πραγματικοτας από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει κανείς....

Τέτοια είναι επομένως η υπεράσπιση του οργασμού η απίστευτη ευκολία ικανοποίησης του άντρα ανάγεται σε κοινωνική ανωτερότητα και εξυμνείται σαν συμπεριφορά ευεργετική και σωτήρια,


Ανάγοντας το αρσενικό στην εκσπερματική του λειτουργια, μεταμορφώνουμε τη σεξουαλική σχέση σε κάτι το πρωτόγονο, το αληθινό, το κυριολεκτικό σε σύγκριση με το οποίο όλα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά μυστικιστικό παραλήρημα ή ασέλγεια.


   Οτιδήποτε αλλοιώνει αυτή την απλή ηδονή, οτιδήπότε αποτελεί ακόμη και περιθωριακή αναφορά σε μια άλλη απόλαυση, αποτελεί γάγγραινα και κόλαση λαγνείας. 


Η λειτουργικότητα πετυχαίνει τη σύνθεση του καθαρού και του πρακτικού λόγου, είναι το ωραίο συν το χρήσιμο (όπου το χρήσιμο είναι ταυτόχρονα το ηθικό και το αληθινό).


 Η σεξολογική φαντασία ονειρεύεται να αποδώσει τα γεννητικά όργανα στον πραγματικό προορισμό τους και να τα σώσει οριστικά από τις περίτεχνες επινοήσεις της δολιότητας και της διαστροφής που αμαυρώνουν και διαβρώνουν τη φυσική ροή της συνουσίας. 


Απ' αυτή την άποψη μια τέλεια σεξουαλική σχέση είναι μια μηχανή χωρίς σφάλματα, χωρίς ρωγμές, όπου τίποτε δεν παρεμποδίζει τη διασύνδεση των στοιχείων και τη διαφάνεια των διαδικασιών: χάρη σ' αυτήν το κοινωνικό βλέμμα μπορεί να εισχωρήσει ως τα βάθη των σωμάτων και των οργάνων, να προβλέψει τις συγκινήσεις τους, να ρυθμίσει τις κατευθύνσεις και να ελέγξει τις εκτροπές. 


Έτσι, η απόλυτη διαφάνεια της σεξουαλικής πράξης συμπίπτει με την απόλυτη παρακολούθησή της από τη ματιά των ειδικών.


Η εκσπερμάτωση είναι από κάποια άποψη η αλήθεια της σεξουαλικής πράξης


, η κάλυψή της σε χρυσό, η συναλλαγματική της αξία, ο δείκτης της νομισματικής της ισοτιμίας (πράγμα που εμποδίζει τον ελεύθερο συσχετισμό των κυμαινόμενων ηδονών). 


Έτσι το σπέρμα που χύνεται παίζει το ρόλο της Μεγάλης Φυσικής Αναφοράς: αποδεικνύει ότι η σεξουαλική σχέση πήγε καλά και έχει κατά συνέπεια κλείσει. 


Το σπέρμα είναι η υπογραφή της συνουσίας, η μεταμόρφωση ενός φυσικού προϊόντος σε μέσο συναλλαγής: αν δεν υπήρχαν, εκβρασμένες από τη μήτρα, αυτές οι λευκές κοκκώδεις νιφάδες κάτι θα έλειπε από τον άντρα. 


Το σπέρμα μέσα στο σεξουαλικό συμβόλαιο παίζει το ρόλο του συναλλάγματος, του. ερωτικού νομίσματος: αυτό και μόνο αυτό δίνει νόημα. στη σχέση, απ' αυτό εξαρτάται λίγο-πολύ η βραχυδιότητα της σεξουαλικής συναλλαγής: όσο δεν έχει εκκκριθεί το σπέρμα, το ζευγάρωμα μένει ημιτελές και πρέπει να ολοκληρωθεί, αλλιώς θα βυθιστεί μέσα στο παράλογο και το ακαθόριστο .


 ( Αν όμως αρνηθεί  κανείς αυτό τον τρόπο  συναλλαγής αρνείται ταυτόχρονα και το αντρικό στερεότυπο της σπερματικής έκκρισης.


 Αν ο άντρας δεν εκσπερματώνει – ή τουλάχιστον αν δε θεωρεί αυτό τον οργασμό σαν μοναδικό σκοπό της επιθυμίας του όλο το πακέτο των κινήτρων που τον ωθούσαν καταρρέει: έξω από τη διάφανη σφαίρα της σπερματικής έκκρισης όπου όλα είναι ξεκάθαρα γιατί αρκεί να επιθυμείς ανάλογα με τα σπερματικά σου μέσα, ο άντρας δεν ξέρει πια τι θέλει. 


Υπόθεση: η υποχρέωση του οργασμού – τόσο για τον άντρα όσο και για τη γυναίκα - χρησιμεύει για να σε ανακουφίζει από την αγωνία να μην ξέρεις τι είναι αυτό που θέλεις. 


Το ερώτημα του τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνει κανείς στον έρωτα, το προκαλούν οι ψυχαναλυτές και οι σεξολόγοι, μόνο και μόνο από το γεγονός ότι δέχονται να απαντήσουν)


. Ο αντρικός οργασμός ανήκει στο βασίλειο των αυτονόητων πραγμάτων:


 είναι στέρεος, ορατός, σταθμητός, κατάφωρος, εγγυημένος από τον κοινωνικό ανταγωνισμό. 


Το σπέρμα έχει αξία επειδή μπορείς να το δεις, να το αγγίξεις: από δω αντλεί το σχήμα του το αντρικό πρότυπο της ηδονής. 


Αν το σπέρμα ήταν μικροσκοπικό, άφατο, άπιαστο, αν η έκκρισή του δεν προκαλούσε τη χαλάρωση του πέους, δε θα άξιζε τίποτε, 


θα ήταν ένα μηδενικό (όπως η ηδονή της γυναίκας που επειδή είναι αδιόρατη, μένει αβέβαιη).


 Η σεξολογία σήμερα είναι αυτή η επιστήμη που αποδεικνύει, μέσα στην ίδια την απλότητά της, την ανικανότητά της να συλλάβει τα στοιχεία της γυναικείας σεξουαλικότητας μέσα στη ριζική, τους παραδοξότητα.


 Η ραϊχική σεξολογία πιο ιδιαίτερα χαραχτηρίζεται εξαρχής από ένα συναίσθημα φρίκης, αθεράπευτης αλλεργίας απέναντι στη γυναίκα σαν Άλλη που παραμένει Άλλη


Ο Ράιχ δεν αντέχει τη γυναίκα παρά εφόσον 

υπακούει, αντιγράφει το αντρικό ερωτικό πρότυπο, εφόσον είναι κενή απομίμηση του αντρικού φαλλού


. Γι' αυτό και της αποδίδει τις ίδιες επιθυμίες με το άντρα ή μάλλον πνίγει τις αποκλίνουσες επιθυμίες τους κάτω από την κοινή ονομασία του οργασμού. 


Στο όνομα του οργασμού άλλωστε, όσο κι αν μοιάζει απίστευτο, διατυπώνεται και η καταδίκη της ομοφυλοφιλίας: 


«Μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι η μέση σεξουαλική ικανοποίηση του υγιούς ετεροφυλόφιλου είναι πιο έντονη από εκείνη του υγιούς ομοφυλόφιλου». 


Φαίνεται ότι το ουσιαστικό για τους ραϊχικούς είναι το αποτελείωμα μιας σεξουαλικής πράξης με την έννοια που λέμε «αποτελειώνω έναν τραυματία».


 Πρέπει ο οργασμός να είναι η τελευταία στιγμή, πρέπει να έχει τη μακάβρια λάμψη μιας θανάτωσης. ενός τουφεκισμού. 


Πρέπει οι εραστές να επιθυμούν  με στόχο τη σιωπή, να ηδονίζονται μόνο για να σιγάσουν μέσα τους αυτή τη δίψα για ηδονή, πρέπει ν' αρχίζουν μόνο και μόνο για να τελειώσουν, να επιθυμούν αυτό που θα τους σκοτώσει.


 Όλα αυτά σαν ο «τύπος του οργασμού», ο ρυθμός διαστολή (ένταση, φόρτιση), συστολή (εκφόρτιση, χαλάρωση) να μην ήταν μονάχα ένας αντρικός τύπος, που αφορά τη μισή ανθρωπότητα και μόνο.


Η πειθαρχία του οργασμού είναι τόσο καταπιεστική που απαιτεί την απόλυτη σχεδόν σιωπή όλων των ερωτογενών υποσυστημάτων του σώματος (πρωκτοί, μαστοί, γλουτοί κλπ.) 


για να μπορεί να τα διατηρεί στη θέση και στην εξειδίκευσή τους. 


Το γεγονός αυτό κάνει τη συνουσία ένα σύστημα «χαμηλής πολυπλοκότητας», 


που χαρακτηρίζεται από μία υπερένταση, μία ψυχαναγκαστική διατήρηση της τάξης, της τάξης που αντιπροσωπεύει για τον άντρα την τελικότητα της ηδονής του, και την ηδονή του οριστικού τέλους της λαγνείας του, μιας τάξης που είναι ταυτόχρονα ταξιθέτηση και ταξικότητα, δεδομένου ότι η σεξουαλική πράξη μέσα στην οπτική αυτή επιδιώκει να περιορίσει και τα δύο φύλα μέσα σε μια σχέση κυριαρχίας από την οποία ζημιώνονται και τα δύο.


 Ακριβώς επειδή ο άντρας έχει κάτι να «κάνει» στον έρωτα (έχει να «κάνει» τον οργασμό) 


γι' αυτό δεν επιτρέπεται να αφήσει την ηδονή του να περιπλανιέται από δω κι από κει και την οργανώνει ιεραρχικά. 


Επειδή δίνει στο τελικό αποτέλεσμα μια υπέρτατη αξία γι' αυτό αποσύρει την αξία αυτή την ίδια στιγμή (απ' αυτή την

άποψη ο αντρικός ερωτισμός είναι θρησκευτικός, εσχατολογικός, τείνει προς ένα σκοπό).


 Τέλος, επειδή ακριβώς κάθε κίνηση εκτροπής ή διαστροφής θα τον αποσπούσε από την τελική ηδονή, γι' αυτό ενοχοποιεί και αρνείται την απόλαυση της στιγμής (εκτός αν συμβάλλει στην προετοιμασία του τελικού σπασμού).


 Βλέπουμε λοιπόν ότι με την ίδια χειρονομία ο άντρας πνίγει τη γυναικεία ηδονή (ή την ανάγει στο δικό του μοναδικό οργασμό) και καταστέλλει μέσα του τη δική του πολυμορφία. 


Διαιρώντας τη σεξουαλική πράξη σε κορύφωση και προκαταρκτικά, 

υποτιμά αυτομάτως τα τελευταία, καταδικάζοντάς τα να παίζουν τους συνοδοιπόρους που υποτάσσονται λίγο πολύ σε μια άμεσα ικανοποιούμενη, κεντρική ηδονή.


 Με δυο λόγια μεταφέρει στο εσωτερικό του ερωτικού ηδονισμού το θλιβερό διχασμό εργασία/γιορτή, κόπος/ανταμοιβή και αμαρτία/τιμωρία. 


Οι «καλοί εραστές» παίρνουν το έργο τους στα σοβαρά, μοχθούν, κοπιάζουν, είναι επιμελείς, ευσυνείδητοι, αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους με σοβαρότητα κάνοντας έτσι το ζευγάρωμα μια υπομονετική διεργασία της οποίας ο οργασμός είναι το ξόδεμα, η άμεση κατανάλωση.

40. 

39


38


37

Το κακό έρχεται από μακρυά .Μια προσπάθεια μη παροντικης ερμηνειας του αποτελέσματος των εκλογών.....

 Το ΚΑΚΟ ΕΡΧΕΤΑΙ ΑΠΟ ΜΑΚΡΥΑ .ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ  ( του Π.Θ.) .....                                                1. Αν το αποτέλεσμα των εκλογών μοιάζει με κατραπακιά για πολλούς αριστερούς φίλους και για μένα βέβαια  ,οφείλεται και στο γιατί ΞΕΧΝΑΜΕ ολοταχώς . 

Η κοινωνία του θεάματος όπου μας παγίδευαν έχει και μια αναδρομική επίδραση στην μνήμη • την εξαλείφει ραγδαία .

Έτσι, πάσχοντας από κοινωνική Αμνησία  και εγκλωβισμένοι σε ένα διαρκώς επιταχυνόμενο παρόν ,βρισκόμαστε σε διαρκή κατάσταση Απώθησης και Άρνησης .

Ο καθείς  στον μικρόκοσμο του ναρκισσισμού του που ευνοείται και από την ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ του κόσμου.

Βλέποντας τον κόσμο  μέσα από την οθόνη  το κοντινό και οικείο μας φαίνεται ανοίκειο και το ανοίκειο οικείο . Η σημερινή κατάσταση του κόσμου μας θυμίζει  κάποιον που ανεβαίνει σε μια ανεμόσκαλα στα πουθενά και αίφνης του παίρνουν την ανεμόσκαλα .

Μένει λοιπόν μετέωρος σαν τον Λίθο του Μαγκρίτ ...     


  2. έτσι για να ερμηνεύσουμε το  αποτέλεσμα αυτών ειδικά των εκλογών θα πρέπει να σκεφτούμε α.πολυπρισματικα ( είναι πολλές οι αιτίες δεν είναι μια και δυο ) β. ιστορικά • όχι με μια γραμμική αντίληψη της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας αλλά με μια   ΔΟΜΙΚΗ  που να διακρίνει τις κάθετες και οριζόντιες τομές στη πρόσφατη ιστορία μας.                                             

    3 Ας ξεκινήσουμε αυθαίρετα από μια Δεκαετία: εκείνη του '70 .\

Η Ελλάδα ήταν ακόμα μια χώρα Αγροτική μια χώρα όπου οι νέοι ανακάλυπταν το τότε απωθημένο - λόγω εμφυλίου και δεξιάς τρομοκρατίας που ακολούθησε - παρελθόν  ψηλαφώντας στα τυφλά : ένα βιβλίο από εδω , ένας δίσκος του Θεοδωράκη η του Σαββόπουλου από κει ..Η Αριστερά λοιπόν αναδύονταν από το προηγούμενο Τεράστιο τραύμα της ήττας του εμφύλιου σιγά σιγά ,μέσα από ρυάκια που εντέλει φούσκωσαν  στο μεγάλο ποτάμι της Μεταπολίτευσης .Ήταν συντριπτική η ορμή της αριστεράς τότε : αν και λίγοι νιώθαμε και είμασταν Πρωτοπορία.                                        

     ... Και όντως επηρεάζανε την κοινωνία • όταν πηγαίναμε π.χ Σινεμά και βλέπαμε Αγγελόπουλο   διαμορφωνσμε και μια εικόνα για την προηγούμενη Ιστορία : ο Εμφύλιος ήταν ο Θίασος του Αγγελόπουλου  Και αυτό το συζητάγαμε δημόσια και στα πηγαδάκια - που ήταν ένας διάλογος συγκρουσιακος ,σώμα με σώμα ,- και όχι Αφηρημένος και α-υλος όπως είναι εδώ  και στους Δημόσιους χώρους που τότε ήταν και ο ίδιος ο Κινηματογράφος ,το πριν ( το Φουαγιέ ) και το Μετά . Δεν βλέπαμε μέσα από πλατφόρμες τότε δεν βλέπαμε εξατομικευμένα  όπως σήμερα βλέπαμε εν Σώματι ,ως κοινό.. ...                          Αυτό και άλλα πολλά , από το χωράφι ,το Εργοστάσιο - ( στα μέσα  της δεκαετίας του 70  σχεδόν όλοι οι φοιτητές και μαθητές- κι εγώ μαζί - είχανε μια εμπειρία εργασίας στο Εργοστάσιο  ως εποχικοί εργάτες ..                                                                      

 .Και- ειρησθω εν παρόδω -το εργοστάσιο στην Ελλάδα τότε ήταν αγροτικό εργοστάσιο ,επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων ,εργοστάσιο Ζάχαρης π Χ η η βαμβακιού η ρυζιού. κλπ.                                          Με αυτό θέλω να πω ότι στη χώρα μας τότε η Φοιτητική πρωτοπορία ήταν και πρωτοπορία σε Κάτι συγκεκριμμενο και υλικό ,χειροπιαστό ,κοινωνικό .: έιχε ξεφύγει από το χωριο , είχε πάει στη πόλη αλλά ταυτόχρονα διατηρούσε την επαφή με το χωριό ,δούλευε στο αγροτικό εργοστάσιο  ,μετασχημάτιζε την Ύπαιθρο.                                                         

 Επιπλέον αυτό που ήταν η Αριστερά τότε για τη Νεολαία ,η Κνε , η Ππσπ  ,η ΑΑΣΠΕ ,ο Ρήγας ήταν και ένας φορέας κοινωνικοποίησης και χωνευτήρι  όπου οι Νέοι από τα χωριά και την επαρχία ερχόταν σε άμεση επαφή με τους νέους Από την Αθήνα και Θεσσαλονίκη και όλα αυτά ενείχαν και μια αμοιβαία ώσμωση .                            


 4.Μετα ήρθε η δεκαετία του 80 και ο Άνδρεας: η Αλλαγή..

Το ΠΑΣΟΚ άλλαξε πολλά και εξαφάνισε πολλά. Η φοιτητική πρωτοπορία των αριστερών οργανώσεων παραμερίστηκε Η ισοπεδώθηκε από την επέλαση των πρασινοφρουρών   και των κλαδικών .Και μαζί με την αλλαγή η Ελλάδα μπήκε  καθυστερημένα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη  στο α. κράτος  πρόνοιας που όμως συγχεόταν με το Πελατειακό κράτος

 β.και την καταναλωτική κοινωνία και την εξατομίκευση ..Καινούργια τζάκια αναδύθηκαν και νέα κοινωνικά στρώματα ανέβηκαν σκαλοπάτια και απέκτησαν αλαζονική νοοτροπία : παιδιά αγροτών γίναν μηχανικοί , γιατροί, φαρμακοποιοί  μια Επιστημονική μεσαία τάξη που ήθελε να ξεκόψει επιτέλους από την καταγωγή της ... Και ποιο ήταν το Όχημα :; Ο Μητσοτάκης πατήρ ..Είμαστε στα τέλη του 80 και αίφνης τι να είσαι με τον Παπανδρέου είχε γίνει Τρε Μπανάλ Στα τέλη του 80 η. Αριστερά σύσσωμη συμμαχεί με την δεξιά και κάνει κυβέρνηση....''Ειδικού σκοπού'' την κυβέρνηση Τζαννετάκη με την αλυσίδα στο λαιμό ..

Εσείς οι νεότεροι δεν μπορείτε να φανταστείτε το  ποσό τραυματικό  ήταν για την Αριστερή  νεολαία εκείνης της. εποχής ο εναγκαλισμός του τότε Συνασπισμού ( όπου μέσα ήταν και το ΚΚΕ ) με τον πιο στυγνό Μητσοτακισμο . Το να ανακαλύπτεις ξαφνικά  αυτό που διακήρυσσέ  ο τότε πρόεδρος του Συνασπισμού ο Κωνσταντόπουλος ότι Αριστερά σήμαινε να είσαι με τους Θεσμούς και όχι π.χ με την Επανάσταση.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ .Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 90.                                        

Η δεκαετία του 90 ήταν που επισφράγισε το πέρασμα της Ελληνικής κοινωνίας ,από τη στερεή στη   Ρευστή νεωτερικότητα.                                                    

  Ήταν η εποχή του Μητσοτάκη Πατρός και του Κυνισμού που εμφανιζόταν ως ειλικρίνεια, της επέλασης της ιδιωτικής τηλεόρασης ,της κατάρρευσης των αξιών της μεταπολίτευσης .       Ήταν επίσης ο θρίαμβος της Αστικής Δημοκρατίας μετά την κατάρρευση της  ΕΣΣΔ και των Λαϊκών Δημοκρατιών  ,όπου ως Δημοκρατία πλέον αναδυόταν η ΥΠΕΡ καταναλωτική κοινωνία (βλ σχετικα Η κουλτούρα του καταναλωτισμού(Ζ Μπαουμαν )η Ιδεολογία των Δικαιωμάτων και η Εξατομίκευση .                                                             

  Η Ελληνική κοινωνία περνά από την αυτοΥπέρβαση στην Αυτοεκφραση και όλο και μεγαλύτερα στρώματα του πληθυσμού ανακαλύπτουν το life style μέσα από τις  προτροπές του περιοδικού ΚΛΙΚ και άλλων που αναλαμβάνουν να μας"  Ξεβλαχεψουν .".                                                           


..Εποχή επίσης ενός μεγάλου παράπλευρου  τραύματος καθώς στα πλευρά του δικού μας κράτους βλέπαμε να διαλύεται στα εξ ων συνετέθη ένα μεγάλο  πολυεθνικό σοσιαλιστικό  κράτος  η Γιουγκοσλαβία • υπόδειγμα " αυτοδιαχειριστικου σοσιαλισμού και ανάπτυξης " και ηγέτιδα δύναμη στο παγκόσμιο κίνημα των Αδέσμευτων .

Η Διάλυση της Γιουγκοσλαβίας  προκάλεσε και ένα κύμα ανησυχίας που συγκαλύφθηκε με την αιφνίδια ανάπτυξη ενός εθνικισμού που δεν έμοιαζε και πολύ με εκείνους των αρχών του εικοστού αιώνα ,ενός  εθνολαικισμου της κατανάλωσης και του Μακεδονικού που συνίστατο σε ένα  ηλιθιο  Μπούλιγκ προς τους κατοίκους ενός μικρού νεοσύστατου κράτους που έβλεπε τη χώρα μας με συμπάθεια. 

Ο εθνολαικισμος της δεκαετίας του 90 εις βάρος της σημερινής Βόρειας Μακεδονίας ,που εκφραζόταν με θηριώδη συλλαλητήρια όπου συμμετείχαν σχολεία με ....απουσίες παρακαλώ δεν ήταν παρά σύμπτωμα του " ξεβλαχεματος ": 


Η Ελλάδα γινόταν φαντασιακά ο Ισχυρός πυλώνας της Δύσης στη περιοχή  των Βαλκανίων και αυτό την οδήγησε σε φαντασιώσεις μεγαλείου .      Συνέβησαν επίσης και αλλαγές στο Σεξ : Η κατάρρευση των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ οδήγησε στην μαζική εκπόρνευση και οι Έλληνες Άρρενες είδαν αίφνης τα μπουρδέλα να γεμίζουν με  όμορφες πόρνες - εν πολλοίς σκλάβες του σεξ ..

.Αυτό με τη σειρά του οδήγησε σε τεράστια μεταβολή στα ήθη .                                               Δήθεν ως Ευρώπη αλλά στην ουσία ως καταναλωτική απομίμηση της Αμερικής η Ελλάδα τότε γνώρισε και άλλη μια πλευρά του καπιταλισμού ,μέχρι τότε άγνωστη : Το Χρηματιστήριο.                                                            Στα τέλη του αιώνα όλοι σχεδόν οι Έλληνες  ένιωσαν το γαργαλητό του Χρηματιστηριακού παραληρήματος ,είχαν γίνει όλοι Πλούσιοι - στα χαρτιά.

Μαθανε να μη βάζουν όλα τα αυγά σε ένα Καλάθι  να γίνουν " επιχειρηματίες του εαυτού τους" και να διαλέγουν ...Μπλου τσιπς .                Ήταν ένα φούσκωμα της ευημερίας που συνοδεύτηκε από ένα αίσθημα  υπερηφάνειας γιατί διάλεξαν την " σωστή πλευρά της ιστορίας " και " ευτυχώς - λέγαν οι αριστεροί - " που δεν νικήσαμε στον Εμφύλιο " πιστεύοντας ότι η φαινομενική Ευημερία της εποχής Σημίτη θα κρατούσε για πάντα ..Κράτησε Μέχρι τους ολυμπιακούς του 2004 που επενδύθηκαν με μια  ΥΣΤΕΡΙΑ  μεγαλείου. .Η Δεκαετία του 90 ήταν επίσης και η εποχή της Ιδιωτικής τηλεόρασης και τρας τι - βι  ,που άρχισε από τότε να προβάλει εικόνες Πορνό συμβάλλοντας στην πορνογραφικοποιηση της Ελληνικής κοινωνίας καθώς επίσης και του ζάπινγκ .Κάνοντας ζάπινγκ ο θεατής άρχισε να αντιλαμβάνεται την πολιτική ως ΚΛΩΤΣΟΠΑΤΙΝΑΔΑ • το ενδιαφέρον του σταματούσε εκεί όπου έβλεπε τον πιο έντονο καυγά και ,καθώς τα κανάλια είχαν ως κύριο κριτήριο την θεαματικότητα άρχισαν να προσκαλούν και να κάνουν διάσημους τους Πολιτικούς που πρόσφεραν περισσότερο Θέαμα ,δηλαδή τους πιο φωνακλάδες ,τους πιο Καραγκιόζηδες τους πιο Γελοίους .. .

..Έτσι η χώρα γέμισε κυνικούς καταναλωτές ,δια ποτισμένους με μια  απίστευτη ευφορία που βρίσκονταν με το στρατόπεδο των νικητών ,έτοιμοι να Γαμησουν και να Δείρουν θεωρώντας ότι το ....Αξίζουν.( και μάλιστα αξίζουν περισσότερα) 



.ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ.  Η ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 2000.  ..


.η δεκαετία του 2000ηταν η δεκαετία των δίδυμων πύργων ,της εισβολής των Αμερικανών στο Αφγανιστάν ,του Γκουαντάναμο ,του πολέμου στο Ιράκ . Ήταν επίσης η εποχή που στην Ελλάδα αίφνης και μαζικά"  γίνανε όλοι Αμερικανοί " και ανακαλύπταμε την  γοητεία και αξίες της Νέας Υόρκης και της Δύσης .Βέβαια  έγινε  η εισβολή στο Ιράκ αν θυμάστε ( τι ήταν κι εκείνο με τα δήθεν χημικά όπλα του Σαντάμ ,) και γεννήθηκε ένα αιφνίδιο Αντιπολεμικό κίνημα που είχε και το πρόσημο του Αντικαπιταλιστικού κινήματος που ,όμως ήταν κάτι Άλλο και εντελώς διαφορετικό από το Σοσιαλιστικό κίνημα .

Το τελευταίο είχε ένα θετικό πρόσημο και ένα τέλος το πρώτο ενείχε κάτι το αρνητικό και το θόλο.

(Τέλος πάντων πάει και το αντιπολεμικό κίνημα και σήμερα όλοι τρελαίνονται για όπλα και εξοπλισμούς και Ραφαλ .Κλείνει η παρένθεση.
) Εν τω μεταξύ η Ελλάδα παραληρούσε από ενθουσιασμό για τους Ολυμπιακούς και τι Ευρώ και ο εθνικός μας φιλόσοφος ο Ράμφος ντε έγραφε ότι τι Όνειρο έγινε πραγματικότητα  ,ενώ όμως οι τερμίτες του πραγματικού υπέσκαπταν τι δέντρο της Ευημερίας ..Διότι οι Αμερικανοί ανάγκασαν την Ε.Ε να προχωρήσει όχι στην ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΚΑΙ Εμβάθυνση της αλλά στην ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ της ενσωματώνοντας αρχικά άλλες δέκα χώρες της Ανατολικής Ευρώπης με μιας και έπεται συνέχεια .

Αυτό είχε ως συνέπεια η Ελλάδα να γίνει από τελευταία χωρα των δώδεκα και καθαρή λήπτρια επιδοτήσεων ως φτωχότερη ( μαζί με την Πορτογαλία αν θυμάστε )  μεσαία χώρα της νέας Ε.Ε και να βοηθάει αυτή τις πολύ πολύ φτωχότερες νέες χώρες. Όμως εν τω μεταξύ είχανε συνηθίσει στην προηγούμενη Ευτυχισμένη κατάσταση και εκεί ο Μέσος Γκλάμουρους Έλλην ψήφισε Καραμανλή Κωνσταντίνο τον Δάμαλο. ....( Συνεχίζεται)


ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Σεκάνς 2 ..Από το 2004 και μετα....  


Το 2004 η εθνική υπερηφάνεια για την Ισχυρή Ελλάδα είχε φτάσει στην κορύφωση της και η Ιαχή : " Αλβανέ Αλβανέ δεν θα γίνεις Έλληνας ποτέ " ακουγόταν μυριόστομη στα γήπεδα και όχι μόνο. Εν τω μεταξύ η Ελλάδα είχε εγκαταλείψει τα εργοστάσια και τις Βιοτεχνίες και την Αγροτική παραγωγή και οι κάποτε ισχυροί Γεωργικοί Συνεταιρισμοι μαράθηκαν .Στις εκλογές ο Σημίτης παρέδωσε το δαχτυλίδι  των Νιμπελουγκεν στον ΓΑΠ και παραλίγο να λυθεί το Κυπριακό αλλά όποιος στήριζε το σχέδιο Ανάν θεωρούνταν τουλάχιστον προδότης ,από αριστερά και Δεξιά . Ετσι κυριάρχησε ο Καραμανλής ο μικρός ο επιλεγόμενος από την Μαλβίνα και ΔΑΜΑΛΟΣ και η Ελλάδα  βούλιαξε ως χώρα στις Δόξες και τα Κλέη της 


Η παρακμή ήταν ραγδαία αλλά ο Νεοέλληνας σαν τον Ντοριαν Γκρεη νόμιζε ότι ήταν Αγέραστος ενώ το πορτρέτο του Γερνούσε. Στη Θεσσαλονίκη άρχισε να επικρατεί ένας νέος τύπος Χουντοφασισμου  χαμογελαστού και Αστείου χάρη στο πρόσωπο του Ψωμιάδη ,γενικής αποδοχής Καραγκιόζη από Δεξιούς και Αριστερούς και - όταν οι αναρχικοί κατέβασαν την  Ελληνική Σημαία από τον Λευκό Πύργο και ανέβασαν μαύρη ο Νομάρχης της καρδιάς μας δήλωσε " Ποτέ μέχρι τώρα στα τρεις χιλιάδες χρόνια της πόλης δεν κατέβηκε η Ελληνική σημαία από τον Λευκό τον Πύργο " .Σε μια πρόταση τρία τεράστια ιστορικά λάθη όμως κανείς Δεν καταλάβαινε απολύτως τίποτε • ούτε η Αριστερά που θεωρούσε κύριο εχθρό το ΠΑΣΟΚ  ,ακόμα . Και όλοι Γελούσαν ευχαριστημένοι με τον Ζορό Νομάρχη και τραγουδούσαν χαρούμενοι : Και με Κέφι και με Πλάκα με καρφιά του Μαρλαπακα ".  


 Εντω μεταξύ ζήλεψαν και άλλοι Ακροδεξιοί και ο Καρατζαφέρης  ο χέρι χέρι με τον Μητσοτάκη κολλησε στο κεφάλι του σπόρους και πήγε στην γιορτή των Θεοφανίων  και άρχισαν να τσιμπολογούν το κεφάλι του τα περιστέρια και όλοι ,όλοι Φώναζαν : ΘΑΥΜΑ ,ΘΑΥΜΑ ...."... 

Την ίδια εποχή ο Άδωνης πουλούσε Νανο γιλέκα και το βιβλίο του Πλεύρη Πατρός ,το Ναζιστικό .


Κανείς δε Καταλάβαινε το Κακό που προχωρούσε με βήμα ταχύ.     .....  

               

ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ  :Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Ο ΤΣΙΠΡΑΣ 

Μπαίνουμε  τελειά στην κρίση , στην καθοριστική τελευταία δεκαετία του 2010: Η δεκαετία αυτή ξεκινά ουσιαστικά από το 2008 από τον Δεκέμβρη : Ο Δεκέμβρης έδειξε σε όλους  όσους μπορούσαν να δούνε  ότι η χωρα μας  έστεκε πάνω από το κενό σαν κάτι ‘’αόρατες ‘’πόλεις του Ιταλο Καλβίνο. από κάτω το βάραθρο  της επερχόμενης κρίσης . Όμως  τι κάνει – λένε – η Στρουθοκάμηλος όταν βλέπει το κακό να έρχεται ; . Βάζει το κεφάλι της στην Άμμο  και  η Χώρα μας , η κοινωνία , η Δεξιά και η αριστερά  όλοι , όταν ήρθε μπροστά της  το κακό φρόντισε να το κουκουλώσει ,στο άψε σβήσε :  Ποιος έφταιγε;  Δεν έφταιγε  η παγκόσμια κρίση , ούτε ο Καραμανλής ο Μικρός  : έφταιγε ο  αφελής ΓΑΠ, το ‘’λεφτά υπάρχουν ‘’ και ήταν και συνομωσία . Σ αυτό τον μύθο της παγκόσμιας συνομωσίας συνέργησαν και οι ‘’αγανακτισμένοι ‘’ που δεν ξεκίνησαν (μόνο )από τα Αριστερά  - παρόλο που η αριστερά τους υιοθέτησε  βαφτίζοντας τος πλατείες .- ούτε μόνο από την καραμανλική και Σαμαρική Δεξιά που συνωστίζονταν στη  άνω πλατεία  αλλά από ένα  παράξενο           Μεταπολιτικο κράμα  που συνέπεσε  με την αραβική άνοιξη  εκείνης της εποχής .

 Και  μέσα σε όλα αυτά  είχαμε την ανάδυση του Τσίπρα. Δεν μπορούμε να αναλύσουμε το φαινόμενο Τσίπρα αν δεν το συνδέσουμε με την οριστική κυριαρχιά της  εικόνας   και την Τηλεοπτικοποιηση  της Δημοκρατίας μας ,προς τη κατεύθυνση αυτου ο Νηλ Ποστμαν ειχε αποκαλέσει : Διασκέδαση μέχρι θανάτου:ο δημόσιος  λόγος στην εποχή του θέματος . Ο Πόστμαν είχε δείξει το πως η κυριαρχία της Τηλεόρασης  αποδιαρθρώνει τον πολιτικό λογο και από-ιεραρχικοποιει τις ειδήσεις . Μέσα σε μια τέτοια αποπλαισιωση  του πολιτικου σκηνικου  και απο -ιεράρχηση του πολιτικού λογού το γλυκό , νεανικό πρόσωπο του Τσίπρα  μετατράπηκε σε πορτραίτο το Ντόριαν Γκρεη  όχι μόνο  η κυρίως για την Αριστερά αλλά  για μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας  (και της Καραμανλής Δεξιάς που βρήκε επιπλέον και μια Κολυμπήθρα του Σιλωάμ  για να αναβαφτιστεί ).

Επιπλέον  την εποχή εκείνη βρέθηκαν  , όπως και σε κάθε βαθιά κρίση , οι αποδιοπομπαίοι τράγοι .   Αρχικά  ο ΓΑΠ …..

 … O Αλέξης  ήταν ο χαρισματικός ηγέτης μιας  εξ ολοκλήρου τηλε-οπτικοποιημένης εποχής.  Όμως τι είδους χάρισμα  διέθετε ο Αλέξης ;  

 Και ο Ανδρέας έγραφε στον φακό  αλλά ήταν  γέννημα  θρέμμα μιας εποχής ποιεί κυριαρχούσε ακόμα  ο έντυπος και προφορικός  λόγος .  Ο Ανδρέας ήταν και παραδοσιακός (καθώς προερχόταν από μια  πολιτική οικογένεια; , γόνος του Γεωργίου Παπανδρέου ) και χαρισματικός ηγέτης . ο Τσίπρας όχι. Ο Ανδρέας  έδρασε σε μια εποχή οπού υπήρχε ακόμα η Σοβιετική Ενωση και η δυνατότητα ελιγμών μεταξύ  των δυο πόλων του Ψυχρού πολέμου ,σε μια εποχή οπου η  Ελλάδα ως δέκατοί μέλος της ΕΟΚ  μπορούσε να εισπράττει   επιδοτήσεις σε μια εποχή σύγκλισης . Ο Τσίπρας ανεδείχθη ως ηγέτης σε μια εποχή οπου η Σοβιετική Ένωση ήταν απλώς ανάμνηση  και η ΕΟΚ- ΕΕ  από την Σύγκλιση είχε επιλέξει την λεγομένη διεύρυνση με συνέπεια η Ελλάς να εισπράττει όλο και λιγότερα,

Ο Ανδρέας  προερχόταν από μια  Συμπαγή  εποχή, του ραδιοφώνου και της μεγάλης  ρητορικής   πολύ μορφωμένος , πρύτανης στο Μπερκλευ  , οικονομολόγος ολκής . Ο Τσίπρας στην εποχή της ρευστής, κατά Μπαουμαν , νεωτερικοτητας και της Κοινωνίας σμήνους ,ήταν παιδί του κομματικού σωλήνα ενός μικρού κόμματος της αριστεράς, ένα στέλεχος που ανέβηκε από τα κάτω χάρη στο δαχτυλίδι του Αλαβάνου.

Ο   Αλαβάνος ήταν ένας  εσωστρεφής χαρακτήρας , μη αρκετά επικοινωνιακός , αριστερός ηγέτης παλιάς κοπής που διέκρινε στον Αλέξη μια ευκαιρία  για διείσδυση του λογού της Αριστερά  σε ευρύτερα στρωματά . Είχε δίκιο μόνο που δεν επρόκειτο ακριβώς για λόγια αλλά για μια Εικόνα  της αριστεράς , αντανάκλαση στον καθρέφτη της εποχής του θεάματος . Ο Αλέξης έγινε αρχικά -στον περίοδο από το 2011 έως περίπου το 2015  ένα κενό σημαίνον   ,μια Οθόνη οπου οι διάφορες συνιστώσες του τότε Σύριζα -παλιές και καινούριες – προβάλαν τις επιθυμίες τους  και τις φαντασιώσεις τους .

Και η ελληνική κοινωνία  την Νοσταλγία της  για την  προ του τραύματος εποχή  του 2008 – εξ ου και η συνεύρεση με τον Καραμανλισμο  του ‘’μεσαίου χώρου ‘’. Και αυτή  η Νοσταλγία ως κινητήρια δύναμη   της ανόδου του Σύριζα ήταν και μια από τις μεγάλες διάφορες  από την αλλαγή του 80 με τον    Ανδρέα .    Διότι  τότε – επι Ανδρέα – κινητήρια δύναμη ήταν ακόμα η επιθυμία για ‘’σοσιαλισμό ‘’ ότι και να σήμαινε αυτό ( θυμίζω το σύνθημα  των  Πασοκτζήδων « στις 17 , σοσιαλισμός ‘’ )δηλαδή  η μέχρι τότε επιθυμία για ‘’ΑΛΛΑΓΗ ‘’  και η ιδεολογία της ‘’Προόδου ‘’( θυμίζω την έκφανση του Ανδρέα ‘’Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω ‘’. Αντίθετα  η φαντασίωση που ενσάρκωνε ο Σύριζα τότε ήταν  το να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω , όχι σε έναν πραγματικό χρόνο αλλά σε έναν Νοσταλγικό χρόνο .(  η Νοσταλγία  δεν είναι μνήμη  αλλά ανακατασκευή της μνήμης , φαντασίωση μνήμης και  η φαντασίωση  δεν αντιτίθεται  στην πραγματικότητα αλλά αποτελεί μέρος της όπως  και τα όνειρα ,και ,όπως έλεγε ο Λακάν ‘’ η φαντασίωση είναι η σκηνοθεσία του πραγματικού ‘’…

 

 

 

Για να μη μακρηγορώ ,ο Αλέξης  μέσα από την συλλογική ομαδοσκεψη και το κλίμα της εποχής έφτασε στην εξουσία το 2015. Θέλω εδώ να παραπέμψω ένα  απόσπασμα από ένα μου άρθρο εκείνης της εποχής που δημοσιεύτηκε λίγο μετρά το 2015:’’ «ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα  αριστερής καταγωγής κόμμα, έγινε κυβέρνηση μαζί με το δεξιό, εθνολαϊκιστικό  κόμμα, ΑΝΕΛ δυο φορές, τον Ιανουάριο αλλά και τον Σεπτέμβριο του  2015. Πρόδρομος της παράδοξης συνύπαρξης Αριστεράς-Δεξιάς ήταν οι «πλατείες» και οι «αγανακτισμένοι» του  2011. Κι εδώ επισημαίνουμε μια σιωπηλή παράλειψη: ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, επί ηγεσίας Αλαβάνου, υποστήριξε την εξέγερση του «Δεκέμβρη του 2008», αποφεύγει  πλέον κάθε αναφορά σ' αυτήν. Αντίθετα, αναφέρεται συστηματικά στις «πλατείες» και στο «κίνημα των αγανακτισμένων». Ο Δεκέμβρης του 2008 έδειχνε το βάραθρο της εξέγερσης, την σχάση του πολιτικού, το χάος του πραγματικού πίσω από την φαντασίωση. Αντίθετα, οι πλατείες  των αγανακτισμένων  θεμελίωσαν την φαντασίωση, μιας εύκολης λύσης: της «Πολιτικής χωρίς το Πολιτικό», της «άμεσης» Δημοκρατίας, της απολιτικής «εθνικής ενότητας».

Κεντρικό σημαίνον των κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ γίνεται ο λαός: στον προγραμματικό του λόγο ως Κυβέρνηση, τον Ιανουάριο του 2015, ο πρωθυπουργός Τσίπρας δήλωνε ταπεινά: „Η σημερινή κυβέρνηση μπορεί απλά να είναι η φωνή αυτού του λαού, στην τιμή και την ιστορία, που κουβαλά αυτός ο λαός, εμείς μόνο η θέλησή του μπορούμε να είμαστε." "Είμαστε σάρκα από τη σάρκα αυτού του λαού“ δήλωνε επίσης περήφανος ο ηγέτης του κυβερνώντος αριστερού κόμματος, ενσαρκώνοντας μεταφυσικά τον λαό. ’’Είμαστε κάθε λέξη από το Σύνταγμα αυτής της χώρας και αυτό θα υπηρετήσουμε μέχρι τέλους“’[9] ξεχνώντας  ότι το Σύνταγμα είναι κυρίως ένα νομικό και όχι ιερό κείμενο, και πως το να ισχυρίζεται κάποιος - κόμμα ή πρόσωπο - ότι το ενσαρκώνει, τότε είναι σα να λέει l'état, c'est moi. Διότι η έννοια του Συντάγματος έγκειται ακριβώς στο ότι περιλαμβάνει όλους: δεν είναι προσωποποιημένο το Σύνταγμα, είναι «δικό τους και δικό μας» και  η λέξη «Λαός»  όταν την χρησιμοποιούμε για να νομιμοποιήσουμε την δική μας πολιτική πράξη, θυμίζει την επίκληση του Θεού από τους λογής-λογής φονταμενταλιστές: «Θεού θέλοντος» - «ο Λαός το θέλει».

 „Πιστεύω στις επόμενες ημέρες θα έχουμε συμφωνία“, δήλωνε το καλοκαίρι του 2015 ο  πρωθυπουργός Τσίπρας, για να προσθέσει: „Σε περίπτωση, όμως, που δεν έχουμε λύση εντός του πλαισίου τότε θα τεθεί στην κρίση του ελληνικού λαού“.[10] Όμως το δημοψήφισμα του καλοκαιριού πραγματοποιήθηκε ως μια μάλλον παγκόσμια πρωτοτυπία: ένα δημοψήφισμα, όπου ο λαός δεν αποτελούσε τον τελικό κριτή μιας νομικής-πολιτειακής διαδικασίας, όπως π.χ. το δημοψήφισμα του 1974 για το είδος του πολιτεύματος της χώρας (προεδρευομένη ή βασιλευομένη Δημοκρατία) αλλά χρησιμοποιήθηκε απλώς ως εργαλείο στήριξης στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης. Εν τέλει, ο ηγέτης μετάτρεψε το «Όχι» σε «Ναι» στη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που σφραγίστηκε με το λεγόμενο «τρίτο Μνημόνιο».

Συνήθως οι λαϊκισμοί χρησιμοποιούν εργαλειακά τα συναισθήματα που διεγείρουν. Το  2011  μαζί με τα πρώτα  Μνημόνια ξέσπασε η «οργή του Λαού» και η «αγανάκτηση» των πλατειών η οποία αξιοποιήθηκε πολλαπλώς και από πολλούς στα επόμενα χρόνια. Το κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 ήταν η «Ελπίδα», ένα ζεστό και θετικό συναίσθημα. Όμως, κάτω από τα ρητά, προγραμματικά συναισθήματα κείτονται τα υπόκωφα και, κάτω από την τελευταία αναλαμπή ελπίδας, η απόγνωση. Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου το τρίτο Μνημόνιο, η αποδοχή της πραγματικότητας - ως καλυμμένος  κυνισμός - αντικατέστησε  εν μέρει την πολιτική του Λαϊκισμού και της Ελπίδας. Μένει να δούμε την συνέχεια ή το τέλος (αυτής) της ιστορίας.»  (Το άρθρο μου εδω )


 Τώρα  ας σκεφτούμε λίγο ότι με τον Τσίπρα συμβαίνει ότι ακριβώς συνέβαινε πάντα με τους χαρισματικούς  ηγέτες : εγκλωβίζονται στο χάρισμα  τους και απομένουν  μόνοι. Ο κόσμος που ή τους λατρεύει η  τις μισεί – δεν υπάρχει απέναντι τους μέσος  όρος . Και είναι καταδικασμένοι να κάνουν θαύματα  ,αλίμονο τους αν δεν κάνουν διαρκώς . Θυμάμαι που είχα διαβάσει ένα διήγημα του Οργουελ μικρός  ,στη συλλογή του ‘’Μέρες της Μπουρμα ‘’ όταν ήταν αστυνομικός  κάπου στα  Ινδίες και οι χωρικοί  του ζήτησαν να σκοτώσει έναν τρελαμένο και επικίνδυνο πλέον ελέφαντα : το λέω από μνήμης , είχαν μαζευτεί γύρω του και περίμεναν  από τον σαχιμπ  να κάνει το θαύμα ,αλίμονο του αν δεν το έκανε ,θα τον κατασπάραζαν . Η εξουσία του χαρισματικού  προέρχεται από τα θαύματα ,από αυτή την μεταβίβαση πίστης σε αυτόν  από την απέκδυση της ευθύνης . Μη περιμένετε από τους οπαδούς ενός χαρισματικού ηγέτη  να είναι …’’ενεργοί πολίτες ‘’ το ένα  -η ιδιότητα του οπαδού  αναιρεί το άλλο. Κοντολογίς ο Τσίπρας πιάστηκε στη φάκα των υποσχέσεων που έδινε και των φαντασιώσεων που καλλιεργούσε ‘’ θα σχίσω τα μνημόνια’’ . Και τον αφήσαν  να μπει  στον λάκκο των Λέοντων  σε ένα συμβούλιο κορυφής  όπου είχε να αντιμετωπίσει – αυτός ένας νεαρός και άμαθος ηγέτης  ενός εύπιστου και αμαθούς λαού που μόλις είχε κάψει τις γέφυρες πίσω του  με το όχι στο Δημοψήφισμα – όλα μα όλα τα Μούτρα της Ευρώπης όπου η Μέρκελ και ο Σόιμπλε  ήταν , σε σχέση με τα αλλά ‘’υποκείμενα  της ιστορίας ‘’ οι ..καλλίτερες περιπτώσεις .

Τι  να άκουσε ο Τσίπρας εκείνες τις 17 ώρες εκεί μέσα ;

 Πάντως πάρα την kolotoumpa τις εκλογές τις πηρέ τον Σεπτέμβριο  και νόμισε ότι το τραύμα ξεπεράστηκε ..Αμ δε !!!! Το τραύμα του Δημοψηφίσματος  και των κλειστών  Atm  δεν ξεπεράστηκε .απλώς ΑΠΩΘΗΘΗΚΕ  . 
Και δεν ήταν ένα προσωπικό τραύμα αλλά ένα συλλογικό , κοινωνικό , πολιτισμικό τραύμα  πράγμα που σημαίνει ότι το εκμεταλλευτήκαν πολλαπλώς οι διαμορφωτές  κοινής  γνώμης και τα ΜΜΕ . Επιπλέον  το  κάθε τραύμα  Δεν πονάει την στιγμή που το υφίστασαι αλλά αργότερα , Την άλλη μέρα , τον άλλο μηνά η -στην περίπτωση μας  , ύστερα  από χρόνια. Το τραύμα  του 2015  έχει επιπλέον να κάνει με την αιφνίδια  συνειδητοποίηση , την Πικρή μάλλον συνειδητοποίηση του ελληνικού λαού ότι Δεν υπάρχει επιστροφή στο παλιό κυρίαρχο εθνικό κράτος  και στην εποχή του Ανδρέα η του Καραμανλή ότι δεν  είμαστε πια  μόνοι   και ‘’κυρίαρχος λαός’’ Μετα την επανάσταση της ελπίδας η αντεπανάσταση της απόγνωσης..................

    ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ


Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο -Στη τέχνη και στη Κοινωνία. Πέτρος Θεοδωρίδης

 

Πέτρος Θεοδωρίδης




Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο

Στη τέχνη και στη Κοινωνία

 Α. :Μοντερνισμός

 

 

 

 

Α Εισαγωγή :

Οι όροι “μοντέρνος” και “μοντερνισμός”  χρησιμοποιούνται με διπλή έννοια.

 Από τη μια σημαίνουν μια ορισμένη φάση στην ιστορία της λογοτεχνίας και της τέχνης, η οποία άρχισε κάπου στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και πήρε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά κατά τις πρώτες τέσσερις δεκαετίες του 20ου.

Από την άλλη, σημαίνουν τους ¨Νέους Χρόνους¨ που έρχονται να αντικαταστήσουν την θεολογική εικόνα για τον κόσμο και τον άνθρωπο και εγείρουν αξιώσεις μιας αυτόνομης διαμόρφωσης των ανθρώπινων υποθέσεων με βάση κριτήρια και αξίες που μπορεί να ανακαλύψει ο Λόγος.

Παρομοίως, στην εποχή μας, συχνά χρησιμοποιούμε τον όρο Μεταμοντέρνο ,τόσο για να περιγράψουμε ένα κίνημα τέχνης  όσο και μια κοινωνική κατάσταση, την κατάσταση της Μετανεωτερικοτητας  σύμφωνα με το βιβλίο του David  Harvey  η -σύμφωνα με  βιβλίο του Frederic  Jameson,  το Μεταμοντέρνο πολιτισμική λογική  του ύστερου καπιταλισμού.

Στα πλαίσια της εργασίας αυτής θα περιοριστούμε να δώσουμε  (με πολλές επιφυλάξεις) ένα αδρό γενικό περίγραμμα των  κινημάτων και των καταστάσεων που περιγράφουν οι δυο οροί τόσο σε ότι αφορά την Τέχνη όσο και σε ότι αφορά την Μεταμοντέρνα κοινωνική συνθήκη.. Θα αποφύγουμε τις λεπτομέρειές και τα παραδείγματα για τα οποία θα παραπέμψουμε σε επόμενη τυχόν εργασία .

Στην παρούσα εργασία θα  αξιοποιήσιμε κυρίως το έργο των Τζεημσον , Παναγιωτη Κονδυλη , Ντεβιντ Χαρβει . Ε. Η . Gombrich  

 

 

 

 

 

Β 1.

Μοντερνισμός και Νεωτερικότητα

 

Στα τέλη του 19ουκαι  αρχή του εικοστού αιώνα οι τέχνες βίωσαν τις καινοτομίες ως μια δράση εμπροσθοφυλακής εξαιτίας της προοπτικής του μοντερνισμού .

“Ο Μοντερνισμος- σύμφωνα με τον David  Harvey - συνυφαίνεται με αυτό αποκαλείται  το σχέδιο της νεωτερικότητας και  απέκτησε κεντρική θέση στη διάρκεια του δέκατου όγδοου αιώνα. Αυτό το σχέδιο ισοδυναμούσε με μια εξαιρετική πνευματική προσπάθεια από την πλευρά των στοχαστών του Διαφωτισμού να  αναπτύξουν την αντικειμενική επιστήμη, την οικουμενική ηθική και το οικουμενικό δίκαιο, την αυτόνομη τέχνη σύμφωνα με τη δική τους εσωτερική λογική.

 Η ιδέα ήταν να χρησιμοποιηθούν οι συσσωρευμένες γνώσεις τις οποίες παράγουν πολλά άτομα που εργάζονται ελεύθερα και δημιουργικά με στόχο  την ανθρώπινη χειραφέτηση και τον εμπλουτισμό της καθημερινής ζωής. Η κυριαρχία πάνω στη φύση χάρη στην επιστήμη υποσχόταν την ελευθερία από τη σπανιότητα, την ένδεια και την αυθαιρεσία των φυσικών συμφορών.

Η ανάπτυξη λογικών μορφών κοινωνικής οργάνωσης και λογικών τρόπων σκέψης υποσχόταν την απελευθέρωση από τους παραλογισμούς του μύθου,της θρησκείας, των προλήψεων, την απαλλαγή από την αυθαίρετη χρήση της εξουσίας και από τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης μας. Μόνο μέσα από ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσαν ν' αποκαλυφθούν οι καθολικές, αιώνιες και αμετάκλητες ιδιότητες όλης της ανθρωπότητας.”[1]

Η σκέψη του Διαφωτισμού αγκάλιασε την ιδέα της προόδου και επιδίωξε ενεργά εκείνη τη ρήξη με την ιστορία και την παράδοση .

Ήταν ένα κίνημα εκκοσμίκευσης, το οποίο επιδίωκε ν' απαλλάξει  γνώσεις και την κοινωνική οργάνωση από φενάκες και να τους αφαιρέσει τον όποιο ιερό χαρακτήρα, προκειμένου οι άνθρωποι ν' απελευθερωθούν  από τις αλυσίδες τους.

Αυτό το κίνημα υμνούσε την ανθρώπινη δημιουργικότητα και τις  ανακαλύψεις.

 Τα δόγματα της ισότητας, της ελευθερίας και της καθολικής λογικής αφθονούσαν.

«Ένας καλός νόμος πρέπει να είναι καλός για ολους διακήρυσσε ο Condorcet στη διάρκεια της Γαλλικής Επανάσταση κατά τον ίδιον ακριβώς τρόπο που μια αληθής πρόταση είναι αληθής για όλους».[2]

 Ένα τέτοιο όραμα ήταν απίστευτα αισιόδοξο. Συγγραφείς όπως ο Condorcet, διακατέχονταν «από την παράλογη προσδοκία ότι οι τέχνες και σε επιστήμες δεν θα προήγαν μόνο τον έλεγχο των δυνάμεων της φύσης αλλά και την κατανόηση του κόσμου, την ηθική πρόοδο, τη δικαιοσύνη των θεσμών, ακόμα και την ευτυχία των ανθρώπων».[3]

Ο εικοστός αιώνας με τα στρατόπεδα θανάτου και τα τάγματα θανάτου, τον μιλιταρισμό του και τους δύο παγκόσμιους πολέμους, την απειλή του πυρηνικού ολέθρου και τις εμπειρίες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι- θρυμμάτισε βεβαίως αυτή την αισιοδοξία.

«Ακόμα χειρότερα,υπάρχει η αόριστη υποψία ότι το σχέδιο του Διαφωτισμού ήταν καταδικασμένο να στραφεί εναντίον του εαυτού του και να μετασχηματίσει την επιδίωξη της ανθρώπινης χειραφέτησης σε σύστημα καθολικής καταπίεσης στο όνομα της απελευθέρωσης του ανθρώπου. Αυτή ήταν η τολμηρή θέση την οποία υποστήριξαν οι Horkheimer και Adorno στο έργο τους Η διαλεκτική του Διαφωτισμού (1972). Γράφοντας υπό τη σκιά της Γερμανίας του Χίτλερ υποστήριξαν ότι η λογική που κρύβεται πίσω από τον ορθολογισμό του Διαφωτισμού είναι μια λογική κυριαρχίας και καταπίεσης.»[4]

 

 

Β2

Tο σχέδιο της νεωτερικοτητας σφράγισε και την Μοντέρνα τέχνη :

Το πρώτο χαρακτηριστικό  της τέχνης ήταν η καθαγίαση του καινούριου ,η μετατροπή του μοντέρνου ,της μόδας ,σε αξία . Όπως γράφει ο  Gobrich:«Ο μοντέρνος καλλιτέχνης θέλει να δημιουργεί πράγματα.Η έμφαση δίνεται και στα «να δημιουργεί»  και στα «πράγματα». Πρέπει να έχει την αίσθηση πως έκανε κάτι που δεν υπήρχε πριν. Όχι απλώς ένα αντίγραφο αληθινού αντικειμένου, οσοδήποτε τέλειο, όχι ένα διακοσμητικό μοτίβο, οσοδήποτε επινοητικό, άλλα κάτι πιο ουσιαστικό κάτι πού να το νιώθει πιο αληθινό άπω τα ευτελή αντικείμενα της καθημερινής μας ύπαρξης» [5]

Συμφωνα τον Ζygmunt Bauman:«οι μοντερνιστές[…]πείστηκαν ότι η ροή του χρόνου έχει μια κατεύθυνση, ότι αυτό που θα έρθει αργότερα θα πρέπει, θα οφείλει να είναι καλύτερο, ενώ οτιδήποτε οπισθοχωρεί προς το παρελθόν είναι χειρότερο είναι οπισθοδρομικό, υποχωρητικό, κατώτερο.»[6]

Το δεύτερο χαρακτηριστικό της Μοντέρνας τέχνης  που συνδέεται άμεσα με το πρώτο  ήταν η «πείνα για πραγματικότητα»,και-όπως  παρατηρούσε ιδίως στον κινηματογράφο της εποχής του ο συγγραφέας της Κοινωνικής Ιστορίας της Τέχνης Arnold Hauser «η  τάση- να δειχτεί η πραγματικότητα ξεκάθαρη -πολλές φορές σημαίνει και την  ολοσχερή απάρνηση τής τέχνης.»[7]

Όμως αυτή η «πείνα για το καινούριο και την πραγματικότητά ‘’ δεν ίσχυε σε όλους τους πολιτισμούς και τις χρονικές περιόδους . Στην παραδοσιακή κοινωνία η προσκόλληση στην παράδοση είναι σχεδόν απόλυτη και ένας τεχνίτης μιας αγιογραφίας στο Βυζάντιο θα ξαφνιαζόταν αν του ζητούσαν να κάνει κάτι πρωτότυπο .Εξάλλου,  -κατά  Ζygmunt Bauman – «οι μοντερνιστές καλλιτέχνες πιο μοντέρνοι από την ίδια τη νεωτερικοτητα  πίστευαν ότι η μοναδική χρήση της παράδοσης έγκειται στο «ότι σε κάνει να ξέρεις τι πρέπει να παραβείς, και ποια σύνορα πρέπει να παραβιάσεις».Οι πιο πολλοί άντλησαν έμπνευση και κουράγιο από την επιστήμη και την τεχνολογία, αυτές τις πιο ανυπάκουες, περιπετειώδεις και ασεβείς μονάδες κρούσης κατά της παράδοσης: «οι ιμπρεσιονιστές από την αντινευτώνεια οπτική, οι κυβιστές από την αντικαρτεσιανή θεωρία της σχετικότητας, οι υπερρεαλιστές από την ψυχανάλυση, οι φουτουριστές από τις μηχανές εσωτερικής καύσεως και τις αλυσίδες παραγωγής.». [8]

 

Β3 Από το Μοντέρνο στο Μετα μοντέρνο.

Β.3.1O Ζygmunt Bauman προχώρησε και  σε μερικές ενδιαφέρουσες μεταφορές προσπαθώντας να φωτίσει την διαφορά του Μοντερνιστικού  κινήματος της αβανγκάρντ από την σύγχρονη μεταμοντέρνα τέχνη:

«Κυριολεκτικώς,«αβανγκάρντ» σημαίνει εμπροσθοφυλακή, προχωρημένο φυλάκιο, αιχμή επίθεσης στρατιωτικών δυνάμεων ή πρώτη γραμμή ενός επελαύνοντος στρατού: ένα απόσπασμα που προπορεύεται του κυρίως σώματος των ενόπλων δυνάμεων – αλλά μένει μπροστά μόνο για να ανοίξει το δρόμο για το υπόλοιπο στράτευμα. Η χωρική απόσταση ανάμεσα στην εμπροσθοφυλακή, την αβανγκάρντ, και το κύριο σώμα έχει μια χρονική, μια εφήμερη διάσταση: αυτό που γίνεται επί του παρόντος από μια μικρή προωθημένη μονάδα,θα επαναληφθεί αργότερα από όλους.

Η εμπροσθοφυλακή θεωρείται «προκεχωρημένη» με την προϋπόθεση ότι και υπόλοιποι θα ακολουθήσουν». […]Η έννοια της αβανγκάρντ, της εμπροσθοφυλακής, υποβάλλει την ιδέα ενός ουσιωδώς διευθετημένου χώρου και χρόνου, και ενός ουσιώδους συντονισμού των δύο αυτών τάξεων.[…] Για το λόγο αυτό δεν έχει πολύ νόημα να μιλάμε περί αβανγκάρντ στον μεταμοντέρνο κόσμο. Το δίχως άλλο, ο μεταμοντέρνος κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο εκτός από ακίνητος – τα πάντα σ' αυτόν τον κόσμο βρίσκονται σε κίνηση αλλά οι κινήσεις μοιάζουν τυχαίες, σκόρπιες και στερημένες από ξεκάθαρη κατεύθυνση. Είναι δύσκολο, ίσως και ανέφικτο, να κρίνουμε την «προωθητική» ή «οπισθοχωρητική» φύση τους, μιας που ο παλαιότερος συντονισμός ανάμεσα στις χωρικές και χρονικές διαστάσεις έχει πλέον σχεδόν απορρυθμιστεί, ενώ ο ίδιος ο χώρος και ο ίδιος ο χρόνος εμφανίζουν επανειλημμένως την απουσία μιας διευθετημένης, εγγενώς διαφοροποιημένης και διακριτής δομής. Δεν ξέρουμε με βεβαιότητα (και δεν γνωρίζουμε πώς να είμαστε βέβαιοι ότι το ξέρουμε) πού είναι το «μπροστά και πού το «πίσω», και δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ποια κίνηση είναι «προοδευτική» και ποια είναι «οπισθοδρομική».

Ήδη το 1967, γράφει ο Bauman: « ο Leonard B. Meyer υποστήριξε ότι οι σύγχρονες τέχνες είχαν φτάσει σε μια φάση «κινούμενου βάλτου»:κάθε μεμονωμένη μονάδα είναι εν κινήσει, αλλά δεν υπάρχει και πολλή λογική σχετικά με το «προς τα πού» και «γιατί» οι αποσπασματικές αλλαγές δεν αθροίζονται σε ένα ενοποιημένο ρεύμα και η ολότητα δεν σαλεύει.»

«Μπορούμε να πούμε» -συνεχίζει ο Μπαουμαν –«ότι αυτό που λείπει σήμερα είναι η πρώτη γραμμή που μας επέτρεπε άλλοτε να κρίνουμε ποια είναι η προωθητική κίνηση και ποια είναι η υποχώρηση.Αντί να διεξάγονται από έναν τακτικό στρατό, οι σκόρπιες μάχες σήμερα διεξάγονται από αντάρτικα. αντί για μια συμπαγή επιθετική δράση με έναν αποφασισμένο στρατηγικό στόχο, λαμβάνουνχώρα ατέλειωτες τοπικές αψιμαχίες, στερημένες από ένα γενικό σκοπό· κανείς δεν ανοίγει το δρόμο για τους  άλλους, κανείς δεν περιμένει ότι οι άλλοι θα ακολουθήσουν. Μπορούμε να φανταστούμε τη διαφορά ως μία διαφορά ανάμεσα στη συγκεντρωμένη ενέργεια ενός δυνατού ποταμού που ανοίγει μια ρωγμή στα πετρώματα καθώς ωθείται προς τη θάλασσα, έτσι ώστε στο μέλλον όλα τα νερά να κυλήσουν στην ίδια κοίτη και στη διασκορπισμένη ενέργεια ενός ναρκοπέδιου, στο οποίο από καιρό σε καιρό, εδώ κι εκεί, γίνονται εκρήξεις, αλλά ουδείς γνωρίζει με βεβαιότητα πότε και πού θα συμβεί η επόμενη έκρηξη.»[9]

Για τον Φρεντερικ Τζεημσον ο όρος ¨μεταμοντέρνο¨ επιφέρει την ανακατάταξη και επανεγγραφή των καθιερωμένων συναισθημάτων και αξιών που μας κληρονομεί το παλαιό σύστημα και συμβάλλει στη διεργασία μιας βαθιάς συλλογικής αυτομεταμόρφωσης, σε μια ¨δόμηση αισθήματος¨, η οποία τείνει στην παραγωγή μεταμοντέρνων ανθρώπων, ικανών να λειτουργήσουν στον σύγχρονο κοινωνικοοικονομικό κόσμο.[10]

Β.3.2 :Από τα Παπούτσια του ΒανΓκονγκ στα Παπούτσια Διαμαντόσκονης του  Άντυ Γουώρχολ,η από το κεντρομόλο υποκείμενο της νεωτερικότητας στο φυγόκεντρο μεταμοντερνο .

 

Ο Τζέημσον περιγράφει τη μετάβαση από το μοντέρνο στο μεταμοντέρνο, ξεκινώντας από την ευφυή σύγκριση δύο ζωγραφικών έργων: του πίνακα των παπουτσιών του χωρικού, του Βαν Γκογκ και των ¨Παπουτσιών Διαμαντόσκονης¨ του Άντυ Γουώρχολ.



Ο Τζέημσον βλέπει τη συνειδητή και βίαιη μεταμόρφωση του θλιβερού γεωργικού κόσμου σε λαμπρότατη ελαιογραφική αντικειμενικοποίηση του καθαρού χρώματος στον πίνακα του Βαν Γκογκ ως  μια χειρονομία ουτοπικής φύσεως. [11] Στον πίνακα αυτόν , κατά το συγγραφέα, ένας τσακισμένος κόσμος μεταμορφώνεται από το βουλητικό ενέργημα του καλλιτέχνη στο κραυγαλέο του καθαρού χρώματος.

Αντίθετα, τα διαμαντένια παπούτσια του Γουώρχολ παρουσιάζονται στον πίνακα απογυμνωμένα από την προηγούμενη ζωή τους, χωρίς να αφήνουν κανένα περιθώριο για να ολοκληρωθεί η ερμηνευτική διαδικασία και να αποδοθεί σ΄ αυτά το πλαίσιο ζωής από το οποίο έχουν βίαια αποσπασθεί[12]

. Δια μέσου αυτής της σύγκρισης ο Τζέημσον μας οδηγεί στη διαπίστωση του βασικότερου και θεμελιωδέστερου μορφολογικού χαρακτηριστικού κάθε μεταμοντέρνου, “στην εμφάνιση ενός αβαθούς, μιας νέου τύπου επιφανειακότητας,“ [13]που μετατρέπει τον κόσμο των αντικειμένων σε ένα σύνολο ομοιωμάτων. Αντίστοιχα, συγκρίνοντας την Κραυγή του Μουνχ 

 


 

με τα πορτρέτα της Μέριλυν, από τον Άντυ Γούορχωλ, 



 ο Τζέημσον δείχνει πως η ίδια κατάργηση των μοντέλων του βάθους οδηγεί σε μια μεταβολή της προδιάθεσης του υποκειμένου, την οποία και αποκαλεί ¨μαρασμό του θυμικού¨ .

 Έννοιες, όπως η αλλοτρίωση ή η αγωνία, τις οποίες προσπαθεί να αναπαραστήσει η Κραυγή, δεν είναι πια λειτουργικές στον κόσμο του μεταμοντέρνου.

Κι αυτό γιατί προϋποθέτουν το κεντρομόλο ,μοναδιαίο υποκείμενο της νεωτερικότητας,μια αντίληψη της υποκειμενικότητας,δηλαδή, ως προσπάθειας να δημιουργηθεί ένα πάγια διαρθρωμένο σύνολο διαφορετικών και αλληλοσυμπληρούμενων ψυχικών δυνάμεων, το οποίο θα εναρμονίζεται και θα υπακούει, εν τέλει, στις κανονιστικές επιταγές που επιβάλλει ο Λόγος. 

Όλα τα κεντρικά μοτίβα της νεωτερικής φιλοσοφίας και  τέχνης- οι έννοιες της αλλοτρίωσης, της μοναξιάς και της αγωνίας- προσπαθούν να αναπαραστήσουν αυτήν την εσωτερική πάλη και την προσπάθεια εναρμόνισης των συγκρουόμενων ψυχικών δυνάμεων σε ένα Εγώ στο οποίο θα πρυτανεύει τελικά ο Λόγος.

 

 

Αντίθετα, στην μεταμοντέρνα  σύλληψη της υποκειμενικότητας αντιστοιχεί ο λεγόμενος ¨ θάνατος του υποκειμένου¨, η αντικατάσταση δηλαδή του κεντρομόλου υποκειμένου από μια νέα σύλληψη του, που το θέλει λίγο-πολύ ως ένα χαλαρό άθροισμα στοιχείων- ως Λόγο και ψυχόρμητα, συνειδητό και ασυνείδητο, κλπ-  τα οποία δε βρίσκονται πια σε σχέση αρμονίας μεταξύ τους, αλλά αντίθετα βρίσκονται σε συνεχή ροή και μπορούν να βρεθούν στις πιο διαφορετικές σχέσεις μεταξύ τους.

 

         Με την μετατόπιση από το ¨κεντρομόλο¨ στο ¨εκκεντρωμένο¨  υποκείμενο, τα διλήμματα του παλαιότερου τύπου υποκειμενικότητας τερματίζονται, αφού δεν υπάρχει πλέον καμιά προσπάθεια εναρμόνισης των εσωτερικών, αλληλοσυγκρουόμενων δυνάμεων του υποκειμένου. Ταυτόχρονα όμως τερματίζονται και κάθε είδους συναισθήματα , όπως τα βίωσε η νεωτερική εποχή, καθώς δεν είναι πια παρών ο συναισθανόμενος εαυτός και τα συναισθήματα αυτά ακολουθούν την ίδια τάση αποσύνθεσης και ελεύθερης συνδυαστικότητας των ψυχικών δυνάμεων του υποκειμένου, πλανώνται δηλαδή ελεύθερα, απρόσωπα και κυριαρχούμενα από μια ιδιάζουσα ευφορία. [14]



Γ Μεταμοντέρνο  και ύστερος Καπιταλισμός

Γ1 «ο καλλιτεχνικός μεταμοντερνισμός ως ένας μοντερνισμό που έχει πια θεσμοποιηθεί»

Ήταν ο ίδιος ο  θρίαμβος τού Μοντερνισμού ενέπλεξε τους μοντέρνους καλλιτέχνες σε μίαν αντίφαση[15].«Ήταν τελείως κατανοητό ότι οι νεαροί σπουδαστές τής τέχνης αισθάνθηκαν πως οi συμβατικές απόψεις γύρω απόo την τέχνη τους προκαλούσαν να παραγάγουν αντι-τέχνη», αλλά «μόλις η  αντι-τέχνη απέκτησε επίσημη υποστήριξη εγινε τέχνη με κεφαλαίο Τ, και τότε,

 τι μένει να αψηφήσουμε;[….]Το μόνο πού είχαν κοινό τα  κινήματα και οἱ τάσεις που βγήκαν στην επιφάνεια των εικοστό αιώνα, ήταν ότι απέρριπταν τη σπουδή αυτού πού βλέπουμε στη φύση. Όχι ότι όλοι οι καλλιτέχνες αυτής τής περιόδου ήταν πρόθυμοι να πραγματοποιήσουν τη ρήξη, αλλά ἡ πλειοψηφία κριτικών είχαν την πεποίθηση πως μόνον ή ριζική απομάκρυνση άπω την παράδοση θα οδηγούσε στην πρόοδο.»[16]


Με άλλα λόγια «θα μπορούσαμε να ορίσουμε τον καλλιτεχνικό μεταμοντερνισμό και ως έναν μοντερνισμό που έχει πια θεσμοποιηθεί.» [17]

Μπορούμε δηλαδή να πούμε η εξέγερση του μοντερνισμού απέναντι στην εναρμονιστική αστική σύνθεση του 19ου και 20ου αιώνα , γίνεται αντιληπτή στην εποχή του ως ένα μη ηγεμονικό ρεύμα που δεν παύει να σοκάρει.

Αντιθετα, παρόμοια χαρακτηριστικά της μεταμοντέρνας καλλιτεχνικής παραγωγής, όπως η καινοτομία και ο διαρκής πειραματισμός, συνάδουν πλέον με  την συστημική ανάγκη παραγωγής ενός διαρκώς ανανεούμενου ρεύματος αγαθών με μορφή ολοένα και πιο καινοφανή, η οποία είναι απαραίτητη για τη συμμετοχή των μαζών στην κατανάλωση μιας όλο και ογκωδέστερης μαζικής παραγωγής.

Σύμφωνα  με τον Frederic  Jameson το μεταμοντέρνο είναι «η αντανάκλαση και το επακόλουθο μιας  ακόμη συστηματικής μεταλλαγής του ίδιου του καπιταλισμού»[18] ,συγκεκριμένα, η πολιτιστική δεσπόζουσα που αντιστοιχεί στον ύστερο ή παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.

Και ο David  Harvey προχωρεί σε μερικές άκρως ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις σχετικά : καθώς

 "σήμερα η κουζίνα όλου του κόσμου συγκεντρώνεται σ' έναν τόπο κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η γεωγραφική πολυπλοκότητα του κόσμου περιορίζεται  σε μια σειρά εικόνες που προβάλλονται στην  οθόνη της τηλεόρασης. σήμερα μέσα από την εμπειρία όλων των πραγμάτων από τα τρόφιμα μέχρι τις μαγειρικές συνήθειες, τη μουσική, την τηλεόρασης και τον κινηματογράφο, συνενώνει διαφορετικούς κόσμους εμπρευματων στον ίδιο χώρο και χρόνο. Όμως το κάνει με τέτοιων τρόπο που συγκαλύπτει σχεδόν τέλεια οποιοδήποτε ίχνος προέλευσης, εργασιακών διαδικασιών που παρήγαγαν τα εμπορεύματα ή κοινωνικών σχέσεων που εμπεριέχονται στην παραγωγή τους.."

Ο Harvey επικαλείται τον Baudrillard  που υποστηρίζει ότι σήμερα η πραγματικότητα των ΗΠΑ οικοδομείται ως μια γιγάντια οθόνη. 

Αυτό αφορά και στις  μουσικές που υπάγονται σε ιδιαίτερες κουλτούρες, όπως η ρέγκε, η αφροαμερικανική και η αφροϊσπανική μουσική που  πήραν τη θέση τους «στο μουσείο των σταθερών συμβολικών δομών» σχηματίζοντας ένα ευέλικτο κολάζ αυτών που «ήδη ειδώθηκαν, ήδη φορέθηκαν, ήδη παίχτηκαν, ήδη ακούστηκαν».

Η ισχυρή αίσθηση του «Άλλου» υποστηρίζει ο Harvey , αντικαθίσταται, στην εποχή μας (1989 ) από την ασθενή αίσθηση των «άλλων». 

Η χαλαρή συνένωση ανάμεσα σε αποκλίνουσες κουλτούρες του δρόμου στους κατακερματισμένους χώρους της σύγχρονης πόλης ξανατονίζει τις τυχαίες και συμπτωματικές πλευρές της  "ετερότητας» στην καθημερινή ζωή.

 Η ίδια ευαισθησία υπάρχει στο μεταμοντέρνο μυθιστόρημα που  ασχολείται, «οντολογίες», με μια δυνητική καθώς και πραγματική πολλαπλότητα κόσμων, που σχηματίζουν ένα εκλεκτικιστικό και «αναρχικό τοπίο κόσμων στον πληθυντικό».

 Σαστισμένοι άνθρωποι με συγκρουόμενα συναισθήματα περιπλανιούνται σ' αυτούς τους κόσμους χωρίς ξεκάθαρη αίσθηση του τόπου και αναρωτιούνται: «Σε ποιον κόσμο είμαι και ποιες από τις προσωπικότητές μου αναπτύσσω;»

Χώροι πολύ διαφορετικών κόσμων μοιάζει να καταρρέουν ο ένας πάνω στον άλλο  ,όπως τα εμπορεύματα απ' όλο τον κόσμο συγκεντρώνονται  \στο σουπερμάρκετς και όλων των ειδών οι ιδιαίτερες κουλτούρες παρατάσσονται ή μια πλάι στην άλλη στη σύγχρονη πόλη.

Σε ότι αφορά στη λογοτεχνία στο μεταμοντέρνο μυθιστόρημα η διάσπαση του χώρου υπερνικά τη συνοχή της προοπτικής και της αφήγησης, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που οι εισαγόμενες μπίρες συνυπάρχουν με τις τοπικές, η τοπική απασχόληση καταρρέει κάτω από το βάρος του ξένου  ανταγωνισμού και όλοι οι διαφορετικοί χώροι του κόσμου συγκεντρώνονται περιοδικά  ως συρραφή εικόνων στην οθόνη της τηλεόρασης:«το μεταμοντέρνο μυθιστόρημα προσδίδει έμφαση στο εφήμερο, στο κολλάζ, στον κατακερματισμό  και στον διασκορπισμό την οποία συναντούμε στη φιλοσοφική και κοινωνική σκέψη που  μιμείται τις συνθήκες της ευέλικτης συσσώρευσης. Και δεν θα πρέπει μας εκπλήσσει που όλα αυτά ταιριάζουν με την εμφάνιση ( μετά το 1970) μιας κατακερματισμένης πολιτικής διαφορετικών ειδικών και Περιφερειακών ομάδων συμφερόντων.»[19]

Μεταμοντερνισμος ως το αποκορυφωμα του μοντερνισμου

Τα καλλιτεχνικά προγράμματα του μοντερνισμού οδήγησαν και στη    διάλυση του αστικού νεωτερικού συνθετικού τρόπου σκέψης[20] σε μεγάλο βαθμό .

Η επίθεση εναντίον του αστικού πολιτισμικού, ηθικού και αισθητικού κανόνα διεξήχθη ταυτόχρονα από πολλές καλλιτεχνικές τάσεις, οι οποίες συμφωνούσαν βέβαια στην αντίθεση τους προς τις αστικές κανονιστικές αρχές, αλλά κατά τα άλλα ήταν εξαιρετικά ετερογενείς από άποψη μορφής και περιεχομένου.

Έτσι, διαφορετικά καλλιτεχνικά κινήματα και πρωτοπορίες της νεωτερικότητας αποσπούσαν από το Όλο ένα εκάστοτε διαφορετικό στοιχείο, το αυτονομούσαν και το έστρεφαν εναντίον του Όλου, δίνοντας του νόημα εντελώς διαφορετικό από εκείνο που είχε ως συστατικό της αρχικής σύνθεσης.

Η εξύμνηση της μηχανής στο φουτουρισμό, για παράδειγμα, αποσυνδέει την τεχνική από τη θέση που καταλάμβανε αυτή στην αστική σύνθεση, από τη σύνθεση, δηλαδή, ανθρωπισμού και φυσικής επιστήμης που συνιστούσε το αστικό παιδευτικό ιδεώδες.

Το ρεύμα του αισθητικισμού, αντίστοιχα, αυτονομεί και απολυτοποιεί ένα άλλο στοιχείο, την τέχνη.

Η αστική σύνθεση απαιτούσε την ένταξη της τέχνης στην κοινωνία και στις κανονιστικές της αρχές, ένταξη του ωραίου στο πλαισιο το σχετικό με το αληθινό και το αγαθό.

Ο αισθητικισμός όμως, αποκόπτει την τέχνη από την κοινωνική και διδακτική αποστολή της και τη μετατρέπει σε ένα ελεύθερο παιχνίδι του προικισμένου υποκειμένου, της καλλιτεχνικής ιδιοφυίας.

Η μοντέρνα τέχνη συνδέθηκε εξ αρχής με το αίτημα της καθαρότητας των τεχνών, δηλαδή της αναγωγής κάθε τέχνης σε ένα αποφασιστικό μορφικό στοιχείο, ενώ ταυτόχρονα επιδιώχθηκε ο παραμερισμός όσων στοιχείων έδιναν στην εκάστοτε τέχνη τον χαρακτήρα σύνθεσης με την αστική έννοια.

 Έτσι, από τη ζωγραφική εξοβελίστηκε το πλαστικό και το αρχιτεκτονικό στοιχείο και η εικόνα έγινε καθαρή επιφάνεια χωρίς προοπτική. 

Ταυτόχρονα, το χρώμα αυτονομείται και αποκτά προτεραιότητα απέναντι στο αντικείμενο. 

Το ίδιο το αντικείμενο, εξάλλου, απομονώνεται και μελετάται μέσα στην αυτοτέλεια και την απομόνωση του , γεννώντας έτσι το κίνημα του αναλυτικού κυβισμού. Αλλά και στη λογοτεχνία, η γλώσσα παύει να νοείται ως μέσο έκφρασης και νοήματος, αποσπάται από αναφορές στην πραγματικότητα και αποκτά δική της κίνηση και δυναμική σε μια αντιστοιχία με την αυτονόμηση του χρώματος στη ζωγραφική.

 Ταυτόχρονα, η λέξη χάνει το νόημα της, όπως αυτό γινόταν αντιληπτό προηγουμένως, και γίνεται αισθητικό στοιχείο και ελεύθερα χρησιμοποιήσιμο υλικό. 


Δεν ενδιαφέρουν πλέον οι σχέσεις μεταξύ σημασιών παρά οι σχέσεις μεταξύ λέξεων

    Με τις επιθέσεις αυτές διαμορφώνεται βαθμιαία εκείνο το σχήμα σκέψης που θα επικρατήσει αργότερα στον μεταμοντερνισμό.


Όσο  αυτές οι μοντερνιστικές επιθέσεις συνυπήρχαν ακόμα με έναν κανόνα, το αστικό εναρμονιστικό- συνθετικό μοντέλο σκέψης και επομένως ακόμα δεν είναι παρά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά,οι ηθελημένες εκκεντρικότητες, το ιδιαίτερο ύφος μιας μειοψηφίας.


 Όταν, όμως, αυτές οι επιθέσεις πληθαίνουν, ο ίδιος ο κανόνας καταρρέει και σε αυτό το διαλεκτικό άλμα από την ποσότητα στην ποιότητα, αυτό που προηγουμένως νοούνταν ως Όλο, ως σύνθεση, τώρα κατακερματίζεται σε μια σειρά έσχατων συστατικών στοιχείων τα οποία πλέον μπορούν να συνδυαστούν κατά βούληση.



Έτσι, οι εξελιγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες ¨καταλήγουν να είναι ένα πεδίο υφολογικής και λογικής ανομοιογένειας δίχως κανόνα.[21]

Μαζί με το θάνατο λοιπόν του υποκειμένου, συναντάμε και την εξάλειψη του προσωπικού ύφους και την αντικατάσταση του στις τέχνες από αυτό που ο Τζέημσον ονομάζει συμπίλημα, δηλαδή έναν ανορθολογικό εκλεκτικισμό, μια ¨απομίμηση νεκρών τεχνοτροπιών και λόγων μέσα από όλα τα προσωπεία και τις φωνές που έχουν αποθησαυριστεί στο φανταστικό μουσείο μιας οικουμενικής πλέον κουλτούρας.¨[22]

      «Η προσέγγιση του παρόντος μέσα από την καλλιτεχνική γλώσσα του συμπιλήματος του στερεοτυπικού παρελθόντος αποτελεί, για τον Τζέημσον, ένα σύμπτωμα της εξάλειψης της ιστορικότητας μας, της εξάλειψης της βιωμένης μας δυνατότητας να ζήσουμε την ιστορία με τρόπο ενεργητικό.»[23]

Αυτό με την σειρά του  οδηγεί και στη διάχυσή της τέχνης ,και, όπως έγραφε ο Παναγιώτης Κονδυλης

«Χάρη στην άμεση ή έμμεση σύνδεσή της με ζωτικές ανάγκες της μαζικής δημοκρατίας, η μεταμοντέρνα πρωτοπορία κέρδισε τον αγώνα της ενάντια στον φορμαλισμό του λογοτεχνικού-καλλιτεχνικού μοντερνισμού και επικράτησε. 

Οι αισθητικές μέριμνες και επιφυλάξεις με την παλαιά έννοια παραμερίσθηκαν κατά μέγα μέρος, το Kitsch και το αφελές αποκαταστάθηκαν και  καλλιτέχνες εντάξανε στοά έργα τους μοτίβα τής λαϊκής φιλολογίας ἢ τρων εικονογραφημένων περιοδικών. –Έτσι κατά τον Κονδύλη ,ο λογοτεχνικός-καλλιτεχνικός μεταμοντερνισμός δεν  είναι τίποτε άλλο παρά ἡ πρωτοπορία (και ἐν μέρει ὁ μοντερνισμός) που έχει μεταμορφωθεί σέ Kitsch φαινόμενο τής Pop Απ γίνονται πρόδηλες οι δύο βασικές όψεις τού προβλήματος τής τέχνης μέσα στη μαζικά καταναλωτική μαζική δημοκρατία. ᾿Αφ' ενός εδώ έγινε ἡ προσπάθεια να καλυφθεί το χάσμα ανάμεσα σε αισθητικό και μη αισθητικό, στοιχείο· δηλαδή αντικείμενα, τα οποία είναι βέβαια οικεία και ανήκουν στο καθημερινό περιβάλλον του σημερινού άνθρωποί, άλλα όταν αποκόπτονται απο το περιβάλλον αυτό κα παρασταίνονται μεμονωμένα διεκδικούν την άξια του τυπικού και πάνε να πούνε κάτι για τίς συνθήκες της σύγχρονης μαζικής ζωής. 


Ο νηφάλιος πραγματισμός τής παρουσίασης θυμίζει τα ντανταϊστικά ready made και ταυτόχρονα υποδηλώνει ότι η εξωτερική και η καλλιτεχνική πραγματικότητα καλύπτονται αμοιβαία και ολότελα, ότι τα πάντα μπορούν να γίνουν τέχνη ἢ μάλλον είναι τέχνη. 


Η θεώρηση των αντικειμένων του κόσμου τής κατανάλωσης ως καλλιτεχνημάτων και

η κατάργηση της τέχνης με την αστική έννοια τού όρου αποτελούν τίς δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. 


Η καλλιτεχνική ευαισθησία μπορεί τώρα και ν' αναφέρεται στα πάντα και να ενεργοποιείται σε κάθε πλαίσιο, κάνοντας το όμως αυτό σχετικοποιεί τόσο τη σημασία τού αντικειμένου όσο και την εκάστοτε επιλογή της, βλέπει τη σχέση της με τον κόσμο και με τον εαυτό της ως παιγνίδι και ξεχνά εντελώς την αστική σοβαρότητα.

..Σε τούτη τη διασταύρωση της Pop Art και της πρωτοπορίας βρίσκεται ὁ πυρήνας του μεταμοντερνισμού ως συνδυαστικής, η οποία παρακάμπτει αμέριμνα τον αστικό αισθητικό κανόνα και στρέφεται πρόσχαρα προς την καθημερινή ζωή της μαζικής δημοκρατίας. 

Το merveilleux quotidien, στο οποίο οι σουρεαλιστές στήριζαν την καλλιτεχνική νομιμοποίηση τού τετριμμένου και κοινότοπου, ξεθωριάζει εν μέρει, όμως εξακολουθεί να παραμένει κάπου στο βάθος.

Η κατάργηση τής τέχνης ακριβώς διά μέσου τής σύμφυσής της με τον κόσμο των εμπορευμάτων η με τίς παραστάσεις του καταναλωτή συνεπάγεται προφανώς μίαν αισθητική ανατίμηση ή έναν εξωραϊσμό της μαζικής κατανάλωσης, ἡ οποία τώρα πλουτίζεται με μια λεπτότερη ηδονιστική διάσταση. 

Αλλά και το αντίστροφο: η δυνατότητα να μετατραπούν σε καλλιτέχνημα τα πάντα, ακόμα και τα παλιοσίδερα, σημαίνει ότι τα πάντα μπορούν να γίνουν εμπορεύματα, εφ'  όσον μάλιστα στη μαζικά καταναλωτική μαζική δημοκρατία τα καλλιτεχνήματα γίνονται εμπορεύματα όσο ποτέ άλλοτε. 

Με τη διεύρυνση τής έννοιας τού καλλιτεχνήματος διευρύνεται έτσι ὁ κόσμος των εμπορευμάτων.

Σέ μια πραγματικότητα, της όποιας ὁ χαρακτήρας προσδιορίζεται άπω τις μάζες των εμπορευμάτων, η ολοκληρωτική απορρόφηση τής τέχνης από την πραγματικότητα τελικά θα πρέπει να ισοδυναμεί με την ολοκληρωτική μετατροπή τής τέχνης σέ εμπόρευμα. 

Φθάνουμε έτσι στην πρακτική εφαρμογή τού παλαιού αιτήματος τής πρωτοπορίας για κατάργηση τής τέχνης ἤ για ταύτιση τής τέχνης με τη ζωή.

Από κοινωνιολογική άποψη, στο αίτημα τούτο εκφράσθηκε ἡ μαζικοδημοκρατική επιθυμία ισοπέδωσης[24]  

«Καθώς ἡ αισθητική μετατρέπεται σε καθημερινότητα και ἡ καθημερινότητα σε αισθητική, ὁ καθένας μπορεί να είναι καλλιτέχνης, αφού οι ιδιότητές και οι  προϋποθέσεις για τη δημιουργία καλλιτεχνημάτων με την καινούργια ευρεία έννοια τού όρου βρίσκονται λίγο-πολύ στην κατοχή όλων των άνθρωπόν, ήτοι διαφέρουν ουσιαστικά άπω κείνες, με τίς οποίες έπρεπε να είναι προικισμένος ὁ ίδιοφυής μάστορης, και μόνον αυτός.»[25]

 

το μεταμοντέρνο υποκειμενο

 

Η Μεταμοντερνα κατάσταση αποτελεί και σύμπτωμα της εξάλειψης της ιστορικότητας μας, της εξάλειψης της βιωμένης μας δυνατότητας να ζήσουμε την ιστορία με τρόπο ενεργητικό.


 Η παραγωγή ενός υποκειμένου που έχει χάσει την ικανότητα να οργανώνει το παρελθόν του και το μέλλον του σε συνεκτική εμπειρία.[26]

Το εγώ παίρνει τη μορφή ρευστής μάζας, τη μορφή δοχείου, 

αποτελούμενου από μια σειρά στιγμών, μεμονωμένων συμβάντων, ¨οριακών στιγμών¨ και φευγαλέων εντυπώσεων.

 Η νέα, θεώρηση της υποκειμενικότητας ως εκκεντρωμένης δεν είναι αποτέλεσμα νέων ανακαλύψεων στο χώρο της ψυχολογίας αλλά αποτέλεσμα του κατακερματισμού του ίδιου του κόσμου

Ο νέος πολυεθνικός ή ύστερος καπιταλισμός συνιστά έναν νέο χώρο ο οποίος υπερβαίνει κατά πολύ -μέχρι τώρα-  την δυνατότητα αναπαράστασης του από το υποκείμενο.

Καθώς διαρρηγνύεται η αλυσίδα των σημαινόντων, η νέα σχιζοφρενική υποκειμενικότητα περιορίζεται σε μια εμπειρία καθαρών, ασύνδετων μεταξύ τους παρόντων μέσα στο χρόνο.

Αυτή η νέα, εκκεντρωμένη υποκειμενικότητας που αναδύεται στις μεταμοντέρνες μέρες μας συντροφεύεται – σύμφωνα με τον Τζεημσον  και  από μια αίσθηση διεγερτικής, ευφορίας. 


Η ανακοπή της χρονικότητας απελευθερώνει τον παρόντα χρόνο από όλες τις ενέργειες και τις προθέσεις που μπορούν να τον εστιάσουν και να τον κάνουν χώρο πράξης. 

Αυτό το είδος σχέσης με το παρόν είναι και χαρακτηριστικό της σχιζοφρένειας, σύμφωνα και με τον Frederic Jameson: 

«καθώς η χρονική συνέχεια καταρρέει, η εμπειρία του παρόντος γίνεται ισχυρή, συντριπτικά ζωντανή και «υλική».

Ο κόσμος έρχεται μπροστά στον σχιζοφρενή με αυξημένη ένταση.[…]Με τη ρήξη που επέρχεται στην αλυσίδα των σημαινόντων, ο σχιζοφρενής περιορίζεται  σε μια εμπειρία καθαρών υλικών σημαινόντων, σε μια σειρά  καθαρών, ασύνδετων παρόντων  μέσα στο χρόνο». 

Κατά τον Jameson «η ανακοπή της χρονιότητας  απελευθερώνει δια μιας τον παρόντα χρόνο[...]έτσι απομονωμένο το παρόν αυτό, καταποντίζει έξαφνα  το υποκείμενο μέσα  σε μια απερίγραπτη ζωντάνια».[27]).

 

 

     Η νέα θεώρηση της υποκειμενικότητας, την οποία αναλύσαμε παραπάνω, συνοδεύεται από έναν νέο προσανατολισμό της πολιτικής πράξης.

Και στην πολιτική σφαίρα συναντούμε την ίδια τάση για απονομιμοποίηση των παλιών συνθέτικών μοντέλων πολιτικής της νεωτερικότητας και την επικράτηση ενός νέου, συνδυαστικού μοντέλου, συνδυαστικου  γιατί, στηριζεται ακριβώς στην κρατούσα αντίληψη της εκκεντρωμένης υποκειμενικότητας, από την οποία έχουν αφαιρεθεί τα ταξικά και άλλα κοινωνικά κατηγορήματα που προσδιόριζαν το υποκείμενο κατά τη νεωτερικότητα

 

Τα άτομα γινονται πλεον αντιληπτα ωσάν να βρίσκονται όλα τους σε ένα επίπεδο και να μπορούν να συνδυαστούν μεταξύ τους αυθαίρετα και αδιάκοπα δίχως να τίθεται καταρχήν όριο στην κινητικότητα τους και στο παιχνίδι συνδυασμών που αυτή καθιστά δυνατό.

 

Η τρομακτική παγκόσμια επέκταση του κεφαλαίου, η ολοκλήρωση του ατελούς, κατά την νεωτερικότητα, ¨ εκσυγχρονισμού¨ , η κυριαρχία των ΜΜΕ και της αγοράς, επιφέρουν όντως μια εξίσωση, η οποία θα μπορούσε όμως να περιγραφεί καλύτερα ως ομογενοποίηση, ή ¨πληβειοποίηση¨ ,.[28] Η μεταμοντέρνα ανοχή της διαφοράς είναι σύμφωνα και με τον Τζέημσον, ¨ το αποτέλεσμα της κοινωνικής ομοιογένειας και τυποποίησης και προυποθέτει εξ ορισμού, την εξάλειψη της αυθεντικής κοινωνικής διαφοράς.¨[29] Η κοινωνική Διαφορά εξαλείφεται μεσα από τους μηχανισμούς της Απώθησης και των πολλαπλασιασμό των Μικρών διαφορών



[1], David  Harvey η κατασταση της Μετανεωτερικοτητας ,διερευνηση των απαρχων της  πολιτισμικής μεταβολης(1990 ),μεταιχμιο (2009) σελ 34,

[2] Αναφερεται στο David  Harvey  ,ο,π.σ 34

[3] David  Harvey     ,ο,π.σ 35

 

[5] Gobrich. Χρονικό της Τέχνης Σελ 585 . Όπως θα δούμε  παρακάτω (βλ. παρατήρηση Π Κονδύλη 0 με την μεταμοντέρνα  αντίληψη της τέχνης(ιδιως την pop art ) οδηγούμαστε ακριβως στο αντίθετο καθώς τα πάντα , τα τετριμμένα αντικείμενα  της καθημερινής ζωής γίνονται  τέχνη «

 

[6] Μπαουμαν , Η μετανεωτερικοτητα και τα δεινα της σελ 184

Παράβαλε και την παρατήρηση του Gobrich «Η εξώθηση αυτή , η ερευνά  για καινούριους δρόμους «είχε ήδη διαφανεί από τα τέλη του 19ου αιώνα  Τρεις ήταν οι καλλιτέχνες που προετοίμασαν τα κινήματα του 20ου αιώνα .Ο Σεζαν με την προσήλωση του στις στερεές και διαρκείς μορφές της φύσης ,ο Βαν Γκονγκ με την αφοσίωση του στην  απόδοση της έντασης και του πάθους. Ο Γκωγκεν, που λαχταρούσε κάτι απλούστερο κατι πιο άμεσο κι έλπιζε πως θα το έβρισκε σε λαούς πρωτόγονους. Αυτό που ονομάζουμε μοντέρνα τέχνης διαμορφώθηκε μέσα από  αητό τω αίσθημα του ανικανοποίητου, και οι διάφορες λύσεις που ψηλαφητά προσπαθούσαν αν βρούνε οι τρείς αυτοί καλλτέχνες ἔγιναν τα ιδανικά τριβών κινημάτων στη μοντέρνα τέχνη: ἡ λύση του Σεζὰν οδήγησε στον Κυβισμό, πού γεννήθηκε στη Γαλλία , τοι Βαν Γκόγκ, στὸν Εξπρεσιονισμό, που βρήκε κυρίως απήχηση στη Γερμανία, τοι Γκώγκεν, στις διάφορες μορφές Πριμιτιβισμού» Gobrich 555


[7] Arnold Hauser Κοινωνική ιστορία της Τέχνης μετάφραση Τακη Κονδύλη   Εκδόσεις Κάλβος τόμος Δ  χχ  σελ  332

 

[8]  Ζygmunt Bauman μετανεωτερικοτητα ,οπ ,σελ 186

[9] Ζygmunt bauman Η Μετανεωτερικοτητα και τα  δεινα της , (1997 )Μεταφραση Γεωργιος Ικαρος Μπαμπασακης . εκδοσεις Ψυχογιος  Αθηνα 2002 σελ 183,184

[10] βλ Φρέντρικ Τζέημσον, το Μεταμοντέρνο. Ό.π. , σελ 19

[11] Φρέντρικ Τζέημσον, το Μεταμοντέρνο. Ό.π. , σελ 41

[12] ΠΗΓΗ : Τζεημσον  σελ 177

[13] Τζεημσον ο.π σ 45

[14] Παντελής Θεοδωρίδης: ,Σκεψεις για το Μεταμοντέρνο.  περιοδικο ΕΝΕΚΝ ,τεύχος 32, Μαιος Ιουνιος 2014 σελ 184

[15] Η κατασταση αυτή  θυμίζει πολύ την έννοια του Διπλού δεσμού .στη ψυχολογία.

 Ο πυρηνικός  μηχανισμός του διπλού δεσμού (που εισήχθη από τον Gregory Bateson κατά την δεκaετια του ’50 και που  συνίσταται στον εγκλωβισμό του ψυχικού  συστήματος  σε ένα σύστημα  παράδοξων εντολών ,που συνοψίζονται στο ακόλουθο σχήμα : « Αν πεις ναι ,χάθηκες  Αν πεις όχι , χάθηκες . Κι αν σκεφτείς  σχετικά με αυτό το παράδοξο χάθηκες […] η αλλιώς « αν κάνεις  το τάδε πράγμα , χάθηκες . Αν δεν το  κάνεις  χάθηκες..» Βλ μεταξύ πολλών Νίκος Σιδέρης , Μιλώ για την κρίση με το Παιδί, Μεταίχμιο 2013 .σελ 55

[16]E. h.Gombich  ΣΕΛ 622

[17] Παντελης Θεοδωριδης ,οπ ,σελ 184

[18]  Φρέντρικ Τζέημσον, το Μεταμονέρνο,  ό.π. , σελ 15

[19] Ντειβιντ χαρβει  , Η κατασταση της Νεωτερικοτητας , ο π  σ 396,397

[20] Του Συμφωνα με τον Παναγιωτη Κονδυλη , η Παρακμη ,ο.π σελ 69-74

[21]  Φρέντρικ Τζέησμον, το Μεταμοντέρνο, ό.π. , σελ 53

[22] Φρέντρικ Τζέημσον , το Μεταμοντέρνο, ό.π., σελ 54

[23] Παντελής θεοδωριδης , ο,π. σελ 188,189

[24] Παναγιωτης Κονδυλης .O.π σ 282

[25] Παναγιώτης Κονδυλης , ο,π. σελ 283

[26] Παντελη Θεοδωριδη  ο.π

[27] F.Jameson o.π ,68,69

[28] Παντελής Θεοδωριδης , ο.π

[29] Φρέντρικ Τζέημσον, Το Μεταμοντέρνο, ό.π., σελ 161

Οργασμός και χρόνος

 Το δογματικό μυθιστόρημα του οργασμού( η οργασμός και χρόνος) ----------------------σελ 40- 44. «Η ανοησία συνίσταται στην ανάγκη της κατάλ...